Τρίτη, Ιανουαρίου 27, 2009

Grid Computing ή όταν η πληροφορική μεγαλουργεί



Πολλοί πιστεύουν πως είναι μια καλή προσπάθεια, άλλοι μια έξυπνη κίνηση των αμερικανικών πανεπιστημίων
για να κερδίσουν τα χρήματα από επενδύσεις σε υψηλή τεχνολογία που θα έπρεπε να κάνουν.

Εγώ πιστεύω πως είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να κάνουμε εθελοντισμό από την καρέκλα μας διαθέτοντας
απλώς την υπολογιστική ισχύ του επεξεργαστή μας όποτε το επιθυμούμε. Σκοπός τέτοιων προγραμμάτων είναι
να βρεθούν από νέα φάρμακα για σοβαρές ανίατες ασθένειες μέχρι εξωγήινοι ακόμα και η τάση των κλιματικών αλλαγών.

Είμαι μέλος σε τέτοιες προσπάθειες - υπάρχει μια πληθώρα ερευνητικών προγραμμάτων που μπορείτε να επιλέξετε -
εδώ και τουλάχιστον 8 χρόνια και ποτέ δεν αντιμετώπισα κάποιο πρόβλημα. Εξάλλου όπως ανέφερα οι εφαρμογές
αυτές σου δίνουν την απόλυτη επιλογή του προγραμματισμού των εργασιών τους.

Κάποια στιγμή όλοι οι άνθρωποι θα απολαύσουμε τα οφέλη τέτοιων προσπαθειών.
Δοκιμάστε το, δεν κοστίζει τίποτε εκτός από κάποια μηδαμινά ευρώ ρεύματος όλο τον χρόνο.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΑΥΡΙΟ, ΓΙΑ ΕΝΑ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΟΣΜΟ.


Boing project
http://boinc.berkeley.edu/

Folding at home
http://folding.stanford.edu/

Κυριακή, Ιανουαρίου 25, 2009

Πυρά κατά του BBC για την απόφασή του να μην μεταδώσει έκκληση για τη Γάζα

Λονδίνο

Σφοδρή κριτική συγκεντρώνει η απόφαση του BBC να μην μεταδώσει έκκληση ομάδας με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για τους Παλαιστίνιους στη Λωρίδα της Γάζας.

Το BBC αποφάσισε να μην μεταδώσει την έκκληση ομάδας οργανώσεων και σωματείων αρωγής μεταξύ των οποίων ο Ερυθρός Σταυρός, η Oxfam και η οργάνωση «Σώστε τα Παιδιά».

Το δίκτυο υποστηρίζει ότι η μετάδοση της έκκλησης μπορεί να βλάψει την αμεροληψία του. Προσθέτει ότι δεν είναι βέβαιο για το πού θα καταλήξουν τα χρήματα που θα συγκεντρωθούν μέσα στο ασταθές και αβέβαιο περιβάλλον της Γάζας, υπονοώντας ότι ενδέχεται να μην διατεθούν για ανθρωπιστικούς σκοπούς.

Βουλευτές από τη συμπολίτευση και την αντιπολίτευση αλλά και θρησκευτικοί ηγέτες δηλώνουν ότι η απόφαση του δικτύου ήταν λανθασμένη.

Τη Δευτέρα ομάδα 50 βουλευτών θα φέρει το ζήτημα στο Κοινοβούλιο ζητώντας τη μετάδοση της έκκλησης. Παρά ταύτα, άλλοι βουλευτές υποστηρίζουν τη θέση του BBC.

Ο Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι, Ρόουαν Γουίλιαμς, εξέφρασε ανοιχτά την άποψή του υπέρ της μετάδοσης όπως και ο Αρχιεπίσκοπος του Γιορκ που υπογραμμίζει ότι είναι ανθρωπιστικό ζήτημα και όχι ζήτημα αμεροληψίας.

Εν τω μεταξύ, περίπου 100 μέλη αντιπολεμικής ομάδας κατέλαβαν τη Κυριακή τα γραφεία του δικτύου στη Γλασκόβη και δηλώνουν ότι δεν θα φύγουν αν δεν μεταδοθεί η έκκληση. Χιλιάδες επιστολές και e-mail έχουν φτάσει στα γραφεία του BBC και ζητούν να αποσυρθεί η απόφαση.

Τη διαφήμιση θα μεταδώσουν άλλα τηλεοπτικά δίκτυα όπως το Channel 4 και το ITV.

Πηγή: Newsroom ΔΟΛ

Ουδέν αχόλιο

Τρίτη, Ιανουαρίου 20, 2009

Ο ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΚΑΛΑ ΚΡΑΤΕΙ ΑΚΟΜΑ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΓΗ

Ουάσινγκτον 12/1/2009

Οι περισσότεροι από τους Καναδούς φοιτητές που συμμετείχαν σε έρευνα για το ρατσισμό προτιμούσαν να συνεργαστούν με έναν λευκό που έκανε ρατσιστικά σχόλια παρά με τον μαύρο που τα υπέστη. Φαίνεται ότι στην καθημερινή ζωή η πλέον συνήθης αντίδραση στο ρατσισμό είναι η αδιαφορία.
«Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε στον κόσμο ότι η πρόσφατη εκλογή ενός μαύρου [του Μπαράκ Ομπάμα] στη θέση του προέδρου δεν σημαίνει ότι ο ρατσισμός δεν αποτελεί πλέον πρόβλημα στις ΗΠΑ» σχολίασε ο Κέρι Καβακάμι, καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Γιορκ του Τορόντο.
Η μελέτη του δημοσιεύεται στο κορυφαίο περιοδικό Science. Οι μισοί από τους εθελοντές φοιτητές που συμμετείχαν στο πείραμα, χωρίς να γνωρίζουν ακριβώς περί τίνος επρόκειτο κλήθηκαν να καθίσουν σε μια αίθουσα αναμονής. Μάζί τους περίμεναν δύο ηθοποιοί, ένας μαύρος και ένας λευκός, οι οποίοι υποκρίνονταν ότι ήταν κι αυτοί εθελοντές. Ο μαύρος ηθοποιός προφασιζόταν μια δικαιολογία για να βγει για λίγο από δωμάτιο, σκουντώντας το πόδι του λευκού ηθοποιού καθώς σηκωνόταν. Σε αυτό το σημείο ο λευκός ηθοποιός είτε δεν αντιδρούσε καθόλου ή έκανε κάποιο ρατσιστικό σχόλιο («Απεχθάνομαι να το κάνουν αυτό οι μαύροι», ή «Αδέξιε νέγρε!»). Όταν το θύμα του σχολίου επέστρεφε μετά από λίγο, ο εθελοντής καλείτο να απαντήσει με ποιον από τους δύο άλλους «εθελοντές», τον μαύρο ή τον λευκό, θα προτιμούσε να συνεργαστεί. Περιέργως, σχεδόν δύο στους τρεις εθελοντές που είχαν ακούσει το ρατσιστικό σχόλιο προτιμούσαν για εθελοντή τον λευκό ηθοποιό.
Αντίθετα, οι εθελοντές που δεν ήταν οι ίδιοι μάρτυρες του συμβάντος, αλλά είχαν μόνο ακούσει ή διαβάσει για αυτό, διαβεβαίωναν ότι σε καμία περίπτωση δεν θα δέχονταν να συνεργαστούν με άτομα που κάνουν τέτοια ρατσιστικά σχόλια.
Τα αποτελέσματα αυτά, εκτιμούν οι ερευνητές, υποδηλώνουν ότι πολλοί άνθρωποι είτε ενδόμυχα ρατσιστές, είτε ανέχονται τον ρατσισμό επειδή δεν έχουν το θάρρος να τον αντιμετωπίσουν. «Η αποτυχία του κόσμου να αντιμετωπίσει τα ρατσιστικά σχόλια ή να κάνει κάτι γι' αυτά είναι διαδεδομένη στον πραγματικό κόσμο» εκτιμά σε συνοδευτικό άρθρο σχολιασμού ο Έλιοτ Σμιθ, ψυχολόγος του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα. «Οι άνθρωποι μπορεί να νιώθουν άβολα όταν κάποιος κάνει τέτοια σχόλια, σπάνια όμως θα έρθουν σε αντιπαράθεση μαζί του» αναφέρει.
Πηγή in@gr - Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από Associated Press

Τετάρτη, Ιανουαρίου 14, 2009

ΤΟ ΣΤΕΡΝΟ ΓΛΥΚΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ

ΔΙΗΓΗΜΑ

11 Μαρτίου 2004 επτά ακριβώς το μεγάφωνο του κινητού άρχισε να πάλλετε στους ρυθμούς μιας ροκ επιτυχίας. Ο Ίστο πετάχτηκε γεμάτος ζωντάνια από το κρεβάτι του. Σε λίγο έπρεπε να κατέβει στον σταθμό των τρένων με προορισμό το σχολείο ανταλλαγής. Ήταν οι πρώτες του μέρες στη Μαδρίτη, πολύ πολύ μακριά από το σπίτι του στην χιονισμένη Φιλανδία.
***
Κάθε μέρα ξυπνώντας ζητούσε να ρίχνει μια ματιά στον έξω κόσμο. Το ίδιο έκανε και αυτό το πρωινό ο νεαρός άντρας. Πίσω από τα στόρια η χειμωνιάτικη νύχτα παρέδιδε τα σκήπτρα της σε μια βαριά μουντή μέρα. Ο ουρανός σκοτεινός, σκεπασμένος με μολυβί πέπλα. Ο χειμώνας επιβάλλονταν ακόμα δείχνοντας το αδρό του πρόσωπο. Στις διαταγές του ένας παγερός βοριάς, σκληροτράχηλος πολεμιστής των υπερβόρειων της υδρογείου και μια πλούσια ποτιστική βροχή που σπάνια επισκέπτονταν την ισπανική πρωτεύουσα αρχές της άνοιξης.
Δεν είχε στην διάθεση του πολύ χρόνο, βιαστικά κινήθηκε προς το μπάνιο για ένα γρήγορο ντους, πρώτα όμως η καρδιά του πρόσταζε κάτι άλλο.
Ανοίγοντας την δρύινη πόρτα του δωματίου, η υπέροχη παιδική ευωδία τον πλημμύρισε.
Η ατμόσφαιρα αυτού του δωματίου πάντα τον μάγευε. Ένας ελαφρύς ροζ φωτισμός διαχέονταν απαλά διαλύοντας το σκοτάδι και διώχνοντας τον φόβο σε τόπους αλαργινούς, πολύ μακριά από τις ευαίσθητες παιδικές καρδούλες. Το ταβάνι ένας ουράνιος θόλος που πάνω του λαμπύριζαν αχνά γαλαζοκίτρινα αστέρια από μακρινούς γαλαξίες στα βάθη του σύμπαντος. Στους ροζ τοίχους, σε ξύλινα ραφάκια, κάθονταν με τάξη στο μισοσκόταδο κούκλες και αστεία ζωάκια. Σε δυο χνουδωτά κουτιά ξεκουράζονταν μαζί με τα παιδιά μέχρι το αυριανά «βασανιστήρια» τους ένας σωρός από παιχνίδια. Ήταν τόσα όσα θα μπορούσε να ποθήσει ο «άπληστος» παιδικός νους.
Από το χθεσινό παιχνίδι των παιδιών ένα μουσικό κουτί με πολύχρωμα φωτάκια, τα βαγόνια από ένα ξύλινο τρενάκι της γιούνισεφ και τα κομματάκια ενός παζλ ήταν διασκορπισμένα πάνω σε ένα χειροποίητο παχύ και συνάμα μαλακό χαλί. Πάνω του υφασμένες κατακόκκινες παπαρούνες και πρασινοκίτρινα αγριολούλουδα, ίδιος ανοιξιάτικος αγρός. Το είχαν διαλέξει με την αγαπημένη του γυναίκα καθώς δημιουργούσαν το παιδικό δωμάτιο περιμένοντας το πρώτο τους παιδί, την Μαρία. Το μοτίβο του τους φάνηκε υπέροχο, τους άρεσε τόσο που το αγόρασαν δίχως να ρωτήσουν την τιμή του. Ήθελαν το παιδικό δωμάτιο να είναι μαγικό, πανέμορφο, ένας μικρός παράδεισος για το πρωτότοκο αγγελούδι τους και λίγο καιρό μετά για το δεύτερο σίγουρα και για το τρίτο, ήθελαν πολλά αγγελούδια να φτερουγίζουν στην ψυχή τους. Έτσι το διακόσμησαν με ότι ομορφότερο είδαν χωρίς να σκεφτούν τα χρήματα και το γέμισαν ασφυκτικά με κάθε λογής παιχνίδια.
Αν και τα δυο παιδάκια είχαν αρκετά παιχνίδια για να παίζουν ατέλειωτες ώρες έλειπε από την ζωούλα τους κάτι αβάσταχτα μεγάλο αν και δεν αντιλαμβάνονταν ακόμα την μονιμότητα και την έκταση του, ειδικά το μικρότερο η Ροζίτα.
Ο νεαρός πατέρας προχώρησε αθόρυβα στις μύτες των ποδιών του. Στάθηκε πάνω από τα παιδικά κρεβατάκια και κοίταξε με λατρεία τα γλυκά προσωπάκια. Ευτυχώς και οι δυο ήταν καλά σκεπασμένες όπως και οι κουκλίτσες που κοιμόταν στο πλάι τους δίχως να τις εμποδίζουν. Χαμογέλασε, όμως αυτό το χαμόγελο τον τελευταίο χρόνο ήταν γεμάτο πίκρα.

«Μια πίκρα στερεή, σαν πέτρα αιχμηρή, ίδιο μαχαίρι κοφτερό, μέσα του, αιώνια φαρμακερό»

Πως να μην πονάει τόσο όταν κάθε μέρα γίνονταν και πιο οδυνηρή από την απουσία της; Πώς να κάνει κουράγιο όταν έβλεπε αυτούς τους μικρούς αγγέλους ορφανούς δίχως να έχουν στο βλέμμα τους την αγάπη της, την στοργή της, τα χάδια της μάνας;
Η γλυκιά τους μανούλα έφυγε αναπάντεχα, απολύτως άδικα, χτυπημένη από μια σπάνια εκφυλιστική ασθένεια του νευρικού συστήματος. Στο πέρασμα τριών βασανιστικών μηνών από μια όμορφη γυναίκα γεμάτη θέληση και αγάπη για την ζωή, απόμεινε μια θλιβερή, κάτισχνη φιγούρα. Ένα φάντασμα του εαυτού της, χαμένη μέσα στον πυρετό και στις εξάρσεις της ασθένειας που αφαιρούσαν και τις τελευταίες ικμάδες ζωής που απέμεναν στο ασθενικό κορμί της. Ένα ηλιόλουστο κυριακάτικο πρωινό του Μάρτη η ψυχή της πέταξε ψηλά φεύγοντας μέσα από την αγκαλιά των αγαπημένων της που παρακολουθούσαν το δράμα της βουβοί, ανήμποροι, σακατεμένοι.
Χωρίς εκείνη πια η ζωή του ήταν μουντή, άσχημη, θλιμμένη . Ένοιωθε την καρδιά του να ραγίζει όταν η Μαρία πολλές φορές τον ρωτούσε με όλη την παιδική της αφέλεια «μπαμπά, πότε θα γυρίσει κοντά μας η μανούλα από την χώρα του Θεούλη;» Τι μπορούσε να απαντήσει σε αυτόν τον μικρό άγγελο; Πως μπορούσε να κρατηθεί όρθιος;
Η ίδια ταινία με τα φωτεινά πλάνα που τον συνόδευε τον τελευταίο χρόνο άρχισε πάλι να προβάλλεται στο μυαλό του. Είδε την ονειρεμένη ζωή τους, τα λίγα ανθισμένα χρόνια που έζησε μαζί με την λατρεμένη του Πενέλοπε. Αυτήν την φορά όμως μετά την διαδοχή των όμορφων υπερφωτισμένων εικόνων της ευτυχισμένης ζωής το σκηνικό άλλαξε.
Είδε τα κοριτσάκια του να στέκονται μόνα τους στο πλάι μιας σιδηροδρομικής γραμμής που χάνονταν στην απεραντοσύνη του τοπίου ανηφορίζοντας δασωμένα βουνά με ορμητικά ποτάμια και διασχίζοντας εύφορες κοιλάδες που στολίζονταν από γαλαζωπές λίμνες.
Έξαφνα όλα σκοτείνιασαν είδε τον εαυτό του παγιδευμένο μέσα σε ένα τσιμεντένιο τούνελ που οι τοίχοι του κινούνταν και έσταζαν αίμα. Φοβήθηκε πολύ, όμως σε λίγο το διέσχισε σπρωγμένος από μια παράξενα οικεία δύναμη που τον οδηγούσε στο φως της μέρας.
Το επόμενο λεπτό έσφιγγε στην αγκαλιά του τα κορίτσια του που του έτειναν τα μικροσκοπικά χεράκια τους από την απέναντι πλευρά της γραμμής. Όλοι τους λουζμένοι από το έντονο πορτοκαλί της αυγής, μιας αυγής διαφορετικής, σκληρής, γεμάτης όμως από την αέναη δύναμη της θέλησης για ζωή και δημιουργία.
Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια του, κύλησαν καυτά στα μάγουλα για να ποτίσουν πέφτοντας τον αγρό των ονείρων τους. Η πέτρα στο στήθος με τις κοφτερές τις άκρες μετακινήθηκε, όμως ο πόνος ήταν ηπιότερος αυτή την φορά. Ίσως γιατί αυτό το όραμα τον βοήθησε να συνειδητοποιήσει μετά όλο αυτόν τον καιρό ότι έπρεπε να προχωρήσει στην ζωή μαζί με τα αγγελούδια του κρατώντας για πάντα στην ψυχή του την ανάμνηση της λατρευτής συζύγου, της υπέροχης γυναίκας, της Πενέλοπε του.
Έμεινε λίγο ακόμα μόνο για να κοιτάζει τους δυο υπέροχους λόγους που είχε για να ζει, μετά η σκέψη της ημέρας και των υποχρεώσεων της που έρχονταν αδιάφορες για την ψυχολογική του κατάσταση τον ταρακούνησαν. Σκούπισε τα υγρά του μάτια και πισωγύρισε αθόρυβα.
Το νερό έτρεξε με ορμή από την μεταλλική ντουζιέρα. Τον πότισε όπως η καλοκαιρινή μπόρα το διψασμένο χώμα του Ιούλη, γρήγορα σχηματίστηκαν καταρράκτες που διέτρεχαν το κορμί του. Ένοιωσε σαν να έδιωχναν από πάνω του βάρος, το βάρος της θλίψης. Πίστεψε πως με την υδάτινη ορμή τους προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν, να παρασύρουν από πάνω του τα πανύψηλα κάστρα της μελαγχολίας από όπου οι σκοτεινοί πολεμιστές της τον πολιορκούσαν τις μοναχικές νυχτιές ρίχνοντας επάνω του τα θολερά τους δίχτυα. Γύρισε και άλλο το χερούλι της βρύσης και το νερό απέκτησε ακόμα μεγαλύτερη ορμή. Σήκωσε τα χέρια του ψηλά, αφέθηκε στην δύναμη του νερού για να τον καθαρίσει, να τον ελευθερώσει.
Η επαφή με το υγρό στοιχείο είχε φέρει στην ύπαρξη του την αίσθηση της ελευθερίας, πλέον ένοιωθε σαν να είχαν σπάσει τα δεσμά από την κακή του τύχη, αυτήν που πολλές φορές την κατηγορούσε για την κατάσταση του. Αισθάνθηκε την καρδιά του να χτυπάει πιο δυνατά, πιο σίγουρα. Το σώμα του ρωμαλέο και ανάλαφρο, λες και είχε χάσει κάμποσα από τα περιττά κιλά του τελευταίου χρόνου. Το ίδιο και την ψυχή του. Με την θέληση του ατσαλωμένη αποφάσισε πως έπρεπε να παραμείνει όρθιος, δυνατός σαν βράχος για τα κορίτσια του, να προχωρήσει μαζί τους, ακλόνητος προστάτης και φίλος σε όλες τις δυσκολίες της ζωής.
Πατώντας τον κυκλικό διακόπτη ο λαμπτήρας απελευθέρωσε δισεκατομμύρια φωτόνια που βομβάρδισαν την παραλληλόγραμμη κουζίνα με το φωτεινό τους φορτίο. Άρχισε να ετοιμάζει το λιτό πρωινό του. Από το σκουρόχρωμο δίπορτο ψυγείο, πήρε ένα μπουκάλι γάλα και έβγαλε να ξεπαγώσει λίγο χοιρινό για το μεσημεριανό γεύμα. Ευτυχώς η μητέρα του ανανέωνε καθημερινά της προμήθειες από το γειτονικό super market και μαγείρευε για αυτόν και τα παιδιά. Η καλή του μητέρα προσπαθώντας να απαλύνει τον πόνο του γιου της ή τουλάχιστον να μην τον βαρύνουν και αυτά τα καθημερινά προβλήματα που μια έμπειρη γυναίκα τα χειρίζεται αβίαστα, ερχόταν καθημερινά και τους μαγείρευε κάθε λογής λιχουδιές. Ο ίδιος προσπαθούσε τουλάχιστον να βοηθάει έστω στην προετοιμασία κάποιων εύκολων πραγμάτων της μαγειρικής τέχνης γιατί σίγουρα για την μητέρα του το φαγητό ήταν τέχνη.
Για εκείνη όμως υπήρχε ένας σπουδαιότερος λόγος από το μαγείρεμα, το πλύσιμο και κάθε άλλη οικιακή εργασία. Επιθυμούσε να βρίσκεται πρώτα από όλα δίπλα στα εγγονάκια της. Αποζητούσε να καλύψει όσο μπορούσε την απουσία της μάνας και να τους δίνει απλόχερα την αγάπη και την στοργή της που τόσο πολύ είχαν ανάγκη τα ορφανά κοριτσάκια σε αυτήν την τρυφερή ηλικία. Γνώριζε όμως πολύ καλά πως καμιά αγάπη δεν μπορεί να να καλύψει τελικά αυτό το δυσαναπλήρωτο κενό που πάντα θα υπάρχει στις καρδιές τους.
Λίγο πριν φύγει για την δουλειά, η μητέρα του, η κυρία Λουτσία έφθασε σπίτι. Αφού την φίλησε τρυφερά πήγε για τελευταία φορά στο παιδικό δωμάτιο. Κοίταξε και πάλι τα λατρευτά ανθισμένα προσωπάκια, θέλησε να πάρει μαζί βγαίνοντας εκεί έξω λίγη από την ευωδιά τους.
Η Μαρία είχε στριφογυρίσει τώρα στο κρεβατάκι της διώχνοντας την κουβέρτα από πάνω της. Με απαλές κινήσεις την σκέπασε, έπειτα αν και φοβόταν μη την ξυπνήσει άφησε να του ξεφύγει ένα απαλό χάδι στα μαλάκια της.
***
Ο Αλφρέδο - έτσι λέγονταν ο χήρος πατέρας - άφησε το σκουρόχρωμο σεντάν αυτοκίνητο του στο πάρκινγκ του σταθμού και κατευθύνθηκε προς την κεντρική είσοδο του σταθμού Σάντα Εουχένια. Τις εργάσιμες ημέρες έπαιρνε από εκεί το τρένο για το τον κεντρικό σταθμό Ατόσα στην καρδιά της Μαδρίτης όπου και στεγάζεται η πολυεθνική εταιρία SiiS στην οποία εργάζονταν εδώ και τρία χρόνια ως υπεύθυνος προσωπικού της διεύθυνσης ανθρωπίνου δυναμικού.
Λόγω της καθημερινής χρήσης του τρένου είχε βγάλει την ειδική κάρτα πολλαπλών διαδρομών και έτσι δεν χρειάζονταν εισιτήριο. Διέσχισε βιαστικά τον πολυτελή προαστιακό σταθμό με το γυαλιστερό γρανιτένιο πάτωμα, τις επιβλητικές αναγεννησιακές τοιχογραφίες και τον γυάλινο θόλο με τα εκπληκτικά βιτρό. Φτάνοντας στην αποβάθρα νούμερο πέντε κοίταξε το σπορ ρολόι του - δώρο της γυναίκας του - με τους φωσφορίζοντες δείκτες. Η ώρα ήταν 8.30 διαπίστωσε πως μόλις είχε χάσει το δρομολόγιο του.
- Ευτυχώς το επόμενο δεν αργεί πάνω από δέκα λεπτά, μονολόγησε.
Το βλέμμα του περιπλανήθηκε για λίγο στο χώρο. Όπως κάθε μέρα πολλοί συμπατριώτες του είχαν κατακλύσει τους σταθμούς των τρένων. Φυσικά δεν έλειπαν και οι τουρίστες, κυρίως από την Λατινική Αμερική που έχουν την Ισπανία πάντα λόγω των ιστορικών και γλωσσικών καταβολών ως τον πρώτο τους προορισμό.
Μια κυρία μαζί με τον ηλικιωμένο σύζυγο της μάλλον από Αργεντινή – όπως συμπέρανε από την προφορά τους – πλησίασαν ρωτώντας τον πιο τρένο να πάρουν για Βαρκελώνη. Εκείνος τους καθοδήγησε ευγενικά και το ζευγάρι έφυγε ευχαριστώντας τον. Ο Αλφρέδο τους παρατηρούσε καθώς απομακρύνονταν αργά. Προσπάθησε να φανταστεί την εικόνα με την γυναίκα του ηλικιωμένοι στην δύση μιας υπέροχης ζωής να περπατούν πιασμένοι χέρι χέρι. Ένας χοντρός κόμπος ανέβηκε στο λαιμό του από την συγκίνηση. Προσπαθώντας να την διώξει για να μην δακρύσει μπροστά στον κόσμο άρχισε και πάλι την οπτική περιπλάνηση του στον σταθμό και στους ανθρώπους.
Για μια στιγμή η ματιά του έπεσε στο τούνελ στο βάθος της γραμμής, εκεί από όπου σε λίγο θα εμφανίζονταν οι συρμοί του τρένου. Μέσα στο σκοτεινό, ψυχρό τούνελ κάτι απίστευτο εμφανίστηκε εμπρός του. Ταράχτηκε πολύ. Σκέφτηκε πως ίσως ήταν ένα στιγμιαίο παιχνίδι της όρασης του. Κοίταξε και πάλι προς το τούνελ, επίμονα αυτή την φορά. Οι αισθήσεις του πάγωσαν μόνο η όραση του λειτουργούσε, δεν αισθάνονταν τίποτα άλλο γύρω του.
Απέναντι του σε μια απόσταση περίπου τριάντα μέτρων έβλεπε μια οπτασία, μια γυναικεία οπτασία. Ήταν όπως την είχε γνωρίσει πανέμορφη, ψηλή, ευθυτενής, αγέρωχη. Τα μαύρα μακριά μαλλιά της κυμάτιζαν ελαφρά, τον κοίταζε με εκείνα τα υπέροχα, αμυγδαλωτά μάτια με τις πρασινωπές αποχρώσεις που τον είχαν σημαδέψει για πάντα. Ο Αλφρέδο την κοιτούσε αποσβολωμένος δίχως την αίσθηση του χρόνου. Ξαφνικά η οπτασία της κινήθηκε γρήγορα προς το μέρος του. Σήκωσε τα χέρια του θέλοντας να την αγκαλιάσει. Εκείνη στάθηκε σε μια μικρή απόσταση και με το χέρι της τον κάλεσε να την ακολουθήσει. Την είδε να κινείται προς τις σκάλες εξόδου, μετά την έχασε από τα μάτια του. Άρχισε να τρέχει σαν αλλοπαρμένος προς την έξοδο του σταθμού. Αφηρημένος διέσχισε τρέχοντας τον κεντρικό δρόμο που περνάει εμπρός από τον σταθμό. Ένα αυτοκίνητο φρέναρε απότομα και σταμάτησε χωρίς να τον ακουμπήσει ενώ αυτός συνέχισε να τρέχει. Δεν την έβλεπε πουθενά, στάθηκε ακίνητος, η καρδιά του χτυπούσε σαν τρελή, από το στόμα του έβγαινε πηκτός αχνός, στο μυαλό του επικρατούσε σύγχυση. Γύρισε και κοίταξε απέναντι προς τον σταθμό. Ο βοριάς είχε μαλακώσει και τα σύννεφα είχαν φύγει δίνοντας την θέση τους στον παιχνιδιάρη μαρτιάτικο ήλιο. Με τις πορτοκαλί έντονες ακτίνες του έλουζε τα πολύχρωμα βιτρό της οροφής δημιουργώντας μια πανδαισία χρωματικών μείξεων μέσα και έξω από τον σταθμό. Για ακόμη μια φορά άρχισε να την ψάχνει στριφογυρίζοντας γύρω από τον εαυτό του. Δεν φαίνονταν πουθενά, έβλεπε μόνο τα αυτοκίνητα που διέσχιζαν γρήγορα τον δρόμο και τους ανθρώπους που μπαινοέβγαιναν στον σταθμό.
- Ένα χρόνο τώρα παρακαλούσα να σε δω έστω για μια στιγμή στα όνειρα μου, να νοιώσω πως είσαι πλάι μου. Μάταια ικέτευα όλο αυτόν τον καιρό. Σήμερα όμως σε είδα μπροστά μου. Ήρθες φως μου από τον τόπο που στο διάβα του δεν έχει γυρισμό; Είναι δυνατόν ή μήπως αγάπη μου άρχισα να χάνω τα λογικά μου;
Δεν πρόλαβε να σκεφτεί τίποτα άλλο, πρώτα άκουσε έναν εκκωφαντικό θόρυβο αμέσως σχεδόν δυο ακόμα, σαν κανονιές. Ένα έντονο κάψιμο στο πόδι τον έριξε στο πεζοδρόμιο. Τρεις τρομακτικές εκρήξεις είχαν συγκλονίσει τον σταθμό. Καπνοί και σκόνη αναδύονταν από τις εισόδους και την οροφή του σιδηροδρομικού σταθμού. Τα ωστικά κύματα των εκρήξεων αιματοκύλησαν τον σταθμό και προκάλεσαν ζημιές σε μεγάλη απόσταση.
- Παναγιά μου, ούρλιαξε και από την αγωνία δάγκωσε δυνατά τα χείλη του.
Ευτυχώς ο ίδιος είχε χτυπήσει ελαφρά μόνο στο πόδι από την τζαμαρία μιας παλιάς αποθήκης που έγινε θρύψαλα δεχόμενη το ωστικό κύμα της πρώτης έκρηξης.
Μια ζεστή αύρα τον χάιδεψε στο πρόσωπο. Ο Αλφρέδο σήκωσε το κεφάλι του, εκείνη στεκόταν και πάλι μπροστά του, αέρινη οπτασία. Τον κοιτούσε με μάτια υγρά. Από το σοκ της έκρηξης και της εμφάνισης της τα είχε χάσει δεν μπορούσε να της μιλήσει. Η Πενέλοπε του, λες και βεβαιώθηκε πως είναι καλά σήκωσε το χέρι της και του έστειλε ένα φιλί, ένοιωσε την θέρμη του. Ύστερα σαν κινηματογραφικό πλάνο που μακραίνει αργά, έφυγε από κοντά του. Ακίνητος την κοιτούσε να απομακρύνεται, μάταιο να τρέξει πίσω της.
Ένα δάκρυ κύλησε στο δεξί του μάγουλο, δάκρυ χαράς. Ναι, ήταν σίγουρος είχε έρθει για αυτόν, τον τράβηξε έξω, τον έσωσε. Μέσα του, στην επιφάνεια, δυο αντίρροπα συναισθήματα παρόντα, χαρά για την σωτηρία του αλλά και ανησυχία για το τι είχε συμβεί μέσα στο σταθμό.
Όμως βαθειά μέσα του ένοιωθε λυτρωμένος γιατί εκείνη όλο αυτόν τον καιρό ήταν δίπλα τους, ζούσε κάθε λεπτό μαζί τους, πονούσε όπως αυτός και σήμερα ένα χρόνο μετά τον αποχωρισμό τους του έδωσε την ευκαιρία να συνεχίσει να ζει, να μεγαλώσει τα παιδιά τους.
Θυμήθηκε το όραμα στο παιδικό δωμάτιο. Όλα ταίριαζαν τώρα πια. Η σιδηροδρομική γραμμή, το ματωμένο τούνελ, η πορτοκαλί αυγή. Ήταν βέβαιος, η Πενέλοπε ήρθε για να τον σώσει ακόμα και αν την περίμενε η χειρότερη δοκιμασία στην χώρα των ψυχών.
- Αγάπη μου, της φώναξε και ο ήχος πλέχτηκε με τους σκληρούς ήχους των τραγικών στιγμών.
Κόλαση επί της γης, κόλαση του Δάντη, σκηνές φρίκης και πανικού, πόνος, αίμα, κραυγές απόγνωσης, απαρηγόρητες ανθρώπινες φιγούρες. Έξω από τον σταθμό εκατοντάδες άνθρωποι έτρεχαν πανικόβλητοι, αλλόφρονες προς όλες τις κατευθύνσεις μη γνωρίζοντας τι ακριβώς έχει συμβεί. Αργότερα θα μάθαιναν πως όλη η χώρα είχε αιματοκυλιστεί.
Ο Αλφρέδο παρά τον πόνο που ένοιωθε στο πόδι του σηκώθηκε και κουτσαίνοντας κινήθηκε προς τον σταθμό. Όσοι δεν είχαν τραυματιστεί σοβαρά έτρεχαν να βγουν έξω από την κόλαση της έκρηξης. Μπήκε στο σταθμό, χάος, ένα συνονθύλευμα καπνού και σκόνης έκαναν την ατμόσφαιρα αποπνικτική. Το δάπεδο γεμάτο από κοφτερά πολύχρωμα κομμάτια γυαλιού από τα κατεστραμμένα βιτρό της οροφής.
Προχώρησε, με δυσκολία έφτασε στην αποβάθρα. Το γρανιτένιο πάτωμα δεν ήταν πια πεντακάθαρο και λαμπερό, σάρκες και αίματα θάμπωναν την λάμψη του. Φρίκη παντού, άνθρωποι νεκροί, κομματιασμένοι μέσα στο τρένο που την ώρα της έκρηξης έμπαινε στο σταθμό. Κόλαση και στην αποβάθρα που πολλοί περίμεναν τον ερχομό του.
Λίγα βήματα μακριά του μια νεαρή γυναίκα πεσμένη στα γόνατα κρατούσε έναν άνδρα. Το πρόσωπο της αιμορραγούσε από μια επιπόλαια πληγή στο μέτωπο, μια γραμμή αίματος είχε τραβήξει τα ίχνη της μέχρι τον λαιμό της. Στο στήθος της κρατούσε σφιχτά το διαμελισμένο σώμα του νεκρού της φίλου. Απαρηγόρητη αναρωτιόταν με κοφτές ανάσες μέσα στο γοερό της κλάμα «Γιατί; γιατί; τι σας φταίξαμε;»
Δίπλα μια γυναίκα γύρω στα πενήντα κουλουριασμένη στο δάπεδο σφάδαζε από τους αφόρητους πόνους στο στομάχι ενώ καλούσε σε βοήθεια στα αγγλικά με όση δύναμη της απέμενε. Οι διασώστες δεν είχαν μπει ακόμα στον σταθμό. Οι σειρήνες τους ούρλιαζαν δαιμονισμένα έξω καθώς τα πληρώματα ασθενοφόρων, πυροσβεστικών και αστυνομικών οχημάτων πλησίαζαν με ταχύτητα. Η γυναίκα ξεψύχησε εμπρός του λίγο πριν φτάσουν.
Πλάι στον πρώτο συρμό ένας έφηβος ήταν πεσμένος, στο χέρι του κρατούσε ένα κινητό. Τον πλησίασε, ανέπνεε ακόμα, όμως ένα μεταλλικό θραύσμα ήταν καρφωμένο βαθιά στο ξανθό του κεφάλι. Κομμάτια σάρκας και αίμα που κυλούσαν από το τραύμα είχαν δημιουργήσει μια πηκτή βαθυκόκκινη λίμνη. Ήταν άσχημο τραύμα ο Αλφρέδο πόνεσε πολύ βλέποντας την κατάσταση του. Έσκυψε, του έπιασε θερμά το χέρι και σαν γονιός του είπε στοργικά,
- Κουράγιο αγόρι μου όλα θα πάνε καλά.
Ο έφηβος τον κοίταξε, δεν μίλησε όμως το βλέμμα του ήταν ήρεμο, γαλήνιο, γεμάτο από αγάπη. Αισθάνθηκε πως τον ευχαριστούσε ίσως επειδή του κράταγε με ζεστασιά το χέρι όπως ακριβώς θα έκανε ο δικός του πατέρας αν βρίσκονταν πλάι του αυτήν την στιγμή του ύστατου αποχωρισμού.
Τα άδολα γαλανά του μάτια πριν λίγο ήταν γεμάτα ζωή. Τώρα ανοικτά, ασάλευτα την αποχαιρετούσαν, μαζί της και τα χρόνια που δεν έζησε, τα όνειρα που έπλασε. Τώρα κοιτούσαν το άπειρο, κάπου εκεί που προϋπάρχει ο πανάγαθος δημιουργός αυτός ο μεγάλος άγνωστος που τόσο πολύ οι άνθρωποι εκμεταλλεύονται την αφανή παρουσία του ώστε να επιτύχουν τους ιδιοτελής σκοπούς τους.
Πριν δέκα λεπτά στεκόταν στην αποβάθρα της Σάντα Εουχένια. Ήταν ο Ίστο ένας Φιλανδός μαθητής που ταξίδευσε λίγες μέρες πριν από την μακρινή, παγωμένη χώρα των χιλίων λιμνών για να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα σχολικής ανταλλαγής. Πνεύμα νεανικό, ανήσυχο, ανοικτό. Πονούσε μαζί με τους αδυνάτους, μάχονταν και περιφρονούσε τους ισχυρούς αυτού του κόσμου. Πίστευε στην ειρηνική συνύπαρξη των λαών, πίστευε στην δικαιοσύνη.
Όλα αυτά μέχρι πριν δέκα λεπτά όταν κάποιοι «πιστοί» που αγίασαν τα μέσα για τον ανίερο σκοπό τους έκοβαν βίαια το νήμα της ζωής του, τόσο νωρίς, τόσα άδικα.

‘‘Γαλήνιος κοιτούσε εκεί, στο άπειρο, προς το Θεό, χαρίζοντας του αυτό που ποτέ πια δεν θα ζωγραφίζονταν στα ανοιξιάτικα, νεανικά του χείλη, το στερνό γλυκό χαμόγελο της νιότης του’’

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΔΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΣΕΩΝ ΠΟΥ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΧΡΩΜΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΩ.

ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΑΥΤΟ ΕΙΧΕ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΕΙ ΣΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΑ ΤΗΝ 11η ΜΑΡΤΙΟΥ 2004

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΛΜΑΣ ΜΑΪΟΣ 2008

Δευτέρα, Ιανουαρίου 12, 2009

Ο Πλοηγός Του Απείρου




είναι ανεξακρίβωτες οι προθέσεις του
καθώς σιωπηλός μας οδηγεί
πέρα από τις γνωστές θάλασσες
πλοηγός του απείρου
με πρόσωπο σκοτεινό

έχουν πολλά να εξερευνήσουν
τα τυφλά μας μάτια
τα μυστικά της άλλης όχθης
τι κρύβεται πέρα από την αγάπη
πώς από μαύρο πυρήνα
εκσφενδονίζεται ακέραιο το φως

ο δικός του ουρανός
είναι μια έρημος με υπόγεια νερά
ένας ανεξερεύνητος γαλαξίας
όπου καίγονται οι ψυχές σαν άστρα

Τόλης Νικηφόρου
Αναδημοσίευση απο http://ploigos-tou-apeirou.blogspot.com/

Τετάρτη, Ιανουαρίου 07, 2009

Την τελευταία της πνοή άφησε η τραγουδίστρια Μαρία Δημητριάδη



Αθήνα
Την τελευταία της πνοή άφησε τα ξημερώματα η σπουδαία τραγουδίστρια Μαρία Δημητριάδη. Νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό» προκειμένου να αντιμετωπίσει σπάνια πνευμονική νόσο.

Η Μαρία Δημητριάδη διέθετε μια ζεστή και ιδιαίτερη φωνή, με μεγάλο ερμηνευτικό εύρος.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ερμήνευσε έργα όπως ο Ήλιος ο πρώτος του Γιάννη Μαρκόπουλου, σε ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη, ενώ ακολούθησαν ερμηνείες έργων του Μίκη Θεοδωράκη και του Θάνου Μικρούτσικου.

Τη δεκαετία του 1980 ερμήνευσε διαφορετικά έργα όπως Μάνο Χατζιδάκι (Για την Ελένη, σε στίχους Μιχάλη Μπουρμπούλη) αλλά και Στέφανο Κορκολή (Το μαγικό κλειδί το 1987).

Το 1996 έκανε μια προσπάθεια επιστροφής στο τραγούδι με έναν ροκ δίσκο, «Το αύριο», παραγωγή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Ήταν μία προσπάθεια επανόδου στο τραγούδι έπειτα από αρκετά χρόνια ηθελημένης απουσίας που έγινε κυρίως, όπως έλεγε η ίδια, για να μεγαλώσει το γιο της Στέργιο, από το γάμο της με τον Ανδρέα Μικρούτσικο.

Η Μαρία ΔΗμητριάδη διατέλεσε δημοτικός σύμβουλος στον Ταύρο τη δεκαετία του '70.

«Με τη στάση ζωής της, με τις επιλογές της, με τα τραγούδια που ερμήνευσε σε στίχους μεγάλων ποιητών, όπως του Γ.Ρίτσου, Ν.Χικμέτ, Βλ.Μαγιακόφσκι, στρατεύτηκε στις αγωνίες, στις ανησυχίες, στους αγώνες του λαού μας. Η παρουσία της και η πορεία της στο ελληνικό τραγούδι συνέβαλε στο να έρθουν σε επαφή και οι νέες γενιές με το επαναστατικό τραγούδι» ανέφερε σε ανακοίνωσή του το Κ.Σ. της ΚΝΕ.

Συλλυπητήριο μήνυμα στην οικογένεια της Μαρίας Δημητριάδη απέστειλε η πολιτική εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ για θέματα Πολιτισμού, Μαρία Δαμανάκη.

«Με αισθήματα βαθειάς συγκίνησης πληροφορηθήκαμε πως η Μαρία Δημητριάδη έφυγε πρόωρα από κοντά μας. Η φωνή της - ένα από τα ακλόνητα σύμβολα του αντιδικτατορικού αγώνα και των νεανικών μας χρόνων - θα μείνει για πάντα ζωντανή στις καρδιές εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων. Η Μαρία Δημητριάδη έζησε και έφυγε με διακριτικότητα και αξιοπρέπεια. Υπήρξε μια σεμνή και άξια καλλιτέχνιδα όσο και δυναμική αγωνίστρια της Δημοκρατίας».

Συλλυπητήρια στην οικογένεια της Μαρίας Δημητριάδη απέστειλε ο Σπυρος Λυκούδης εκ μέρους του ΣΥΝ, τονίζοντας:

«Η Μαρία Δημητριάδη, η σπουδαία κα αυθεντική ερμηνεύτρια των τραγουδιών της καρδιάς μας και των ονείρων μας, η συναγωνίστριά μας στο αντιδικτατορικό κίνημα και πάντα παρούσα στους δημοκρατικούς αγώνες δεν είναι πια κοντά μας. Η θλίψη μας είναι μεγάλη. Εκφράζουμε τα συλλυπητήριά μας στους δικούς της».

Το ΠΑΜΕ με τη σειρά του εξέφρασε με ανακοίνωσή του τη θλίψη των μελών του και τα συλλυπητήριά τους στην οικογένεια της τραγουδίστριας.

«Η Μαρία Δημητριάδη μπορεί να έχασε τη μάχη για τη ζωή, αλλά θα είναι παρούσα με την αγωνιστική της φωνή σε όλους τους λαϊκούς - εργατικούς αγώνες που έρχονται για την κατάκτηση όλων εκείνων που με το τραγούδι της απαίτησε για τους εργαζόμενους, για τη νέα ζωή σε μια νέα κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο».

Πηγή: Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=973187&lngDtrID=253

Πέμπτη, Ιανουαρίου 01, 2009

Τόλης Νικηφόρου, παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Ιωάννη Τσιουράκη Ήχος Πλάγιος. Μόνος

Παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Ιωάννη Τσιουράκη
Ήχος Πλάγιος. Μόνος http://hxosplagiosmonos.blogspot.com/
Βιβλιοπωλείο Μαλλιάρης Παιδεία την Παρασκευή, 28.11.2008


Όπως γνωρίζουν πολλοί από σας, ιδίως οι νεώτεροι, τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια μεγάλη ποιητική δραστηριότητα στο διαδίκτυο. Θα την ονόμαζα «άνθηση» παρά τα αναπόφευκτα μειονεκτήματά της. Κυρίως μια ευκολία και μια προχειρότητα που προάγεται από το ίδιο το μέσο και από την ανωνυμία. Είναι όμως πολύ ευχάριστο να βλέπεις ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά, ιστότοπους παλιών και νέων ποιητών, προσωπικά ιστολόγια και διαφόρων ειδών ανθολογίες με σημαντική συμμετοχή ποιητών και φίλων της ποίησης. Με δημοσίευση νέων ποιημάτων, που μερικές φορές συνδυάζονται με εικόνες, πίνακες ζωγραφικής και μουσική, με ανταλλαγή απόψεων, συζητήσεις, κριτικές…. Ανάμεσα στα χιλιάδες ιστολόγια, τα περίφημα blogs, υπάρχουν και μερικές δεκάδες ποιητικά, τα οποία έχω την αίσθηση ότι αυξάνονται συνεχώς. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι καλό γιατί δίνεται μια διέξοδος στις δημιουργικές ανησυχίες και γιατί μέσα από την πληθώρα, μέσα από τον σωρό, όπως πάντοτε συμβαίνει, ξεχωρίζουν τα ωραία ποιήματα και οι πραγματικά αξιόλογες προσπάθειες.

Τυχαίνει έναν ποιητικό ιστότοπο και ένα ιστολόγιο να έχει η Κατερίνα Καριζώνη αλλά και εγώ. Πιθανότατα και αρκετοί από σας. Ο ιστότοπός μου δημιουργήθηκε πριν μερικά χρόνια, το ιστολόγιο τον περασμένο Ιούνιο. Σερφάροντας λοιπόν στο διαδίκτυο, κατά το κοινώς λεγόμενο, ανακάλυψα πριν από τρεις μήνες περίπου το ιστολόγιο του Ιωάννη Τσιουράκη Ήχος Πλάγιος. Μόνος …Το ομώνυμο δηλαδή ιστολόγιο με την ποιητική συλλογή που παρουσιάζουμε σήμερα.

Από την πρώτη στιγμή μου έκανε εντύπωση η ειλικρίνεια και η σοβαρότητα του νέου ποιητή. Αλλά και ένας άκρατος ρομαντισμός, μια κυρίαρχη μελαγχολία. Όπως υποδηλώνεται και από τον τίτλο του βιβλίου του, μια μοναξιά. Λίγο αργότερα, είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω από κοντά σε μια εκδήλωση στην Κεντρική Βιβλιοθήκη και να διαβάσω το καλαίσθητο βιβλίο του.

Θα πρέπει να πω ότι δεν μου αρέσει να κρίνω τον πόνο, την αγωνία, το αίμα του άλλου. Μπορώ όμως να εκφράσω τις εντυπώσεις μου και τη γνώμη ενός απλού αναγνώστη του βιβλίου.
Αν και ο Ιωάννης Τσιουράκης γεννήθηκε στο Βέλγιο, νομίζω ότι είναι νησιώτης, κατάγεται από τη Σάμο και βρίσκεται ως μέτοικος στη Θεσσαλονίκη. Ίσως το γεγονός αυτό να εξηγεί σε ένα βαθμό και τα συναισθήματά του. Ο ποιητής μιλάει συχνά για τη θάλασσα, για πλοία και νεκρούς ναυτικούς, για τα καράβια που φεύγουν, για λιμάνια, για άγκυρες, κάβους, ταξίδια και ναυάγια. Ίσως πάλι αυτό να είναι απλώς ένα πρόσφορο μέσο για να εκφράσει τη γενικότερη ψυχική του κατάσταση.

Εκείνο που είναι κυρίαρχο είναι το ερωτικό στοιχείο, η ερωτική διάψευση και η απογοήτευση. Τι πιο φυσικό για έναν νέο! Και ακόμη πιο φυσικό για έναν νέο ποιητή. Η ποίηση είναι ένα ερωτικό φαινόμενο, και η διάψευση μια βεβαιότητα στο ερωτικό φαινόμενο. Όλοι οι έρωτες είναι για πάντα και όλοι οι έρωτες έχουν ημερομηνία λήξης. Συνήθως σύντομη. Έτσι, η επόμενη βεβαιότητα είναι ότι ένας νέος έρωτας θα διαλύσει τις ομίχλες του προηγούμενου. Αυτό όμως δεν το ξέρει ακόμα ο Ιωάννης Τσιουράκης ή μάλλον δεν αφήνει τον εαυτό του να το συνειδητοποιήσει.

Ας αρχίσουμε όμως από την αρχή. Ο νέος ποιητής είναι ένας τρυφερός και ευαίσθητος άνθρωπος. Έχει πολλή αγάπη μέσα του. Αγαπάει το παιδιά και την αθωότητά τους. Νοσταλγεί τη δική του αθωότητα.

Οι ήχοι, λέω, όταν πλαγιάσουν πολύ από τον άνεμο,
παύουν να είναι ήχοι.
Γίνονται μικρά κορδόνια να μπορούν τα παιδιά να
κρατούν τα κόκκινα μπαλόνια
στο Λούνα Παρκ.
Να κρατούν το πλαστικό φορτηγάκι τους
καθώς τρέχουν στον δρόμο ..
Να συγκρατούν ένα παπούτσι επάνω στο πόδι
καθώς εκείνο βρίσκεται σε γρήγορο βηματισμό.
Κι εγώ πλάγιασα.

Σας διάβασα τους πιο χαρακτηριστικούς ίσως στίχους της συλλογής που βρίσκονται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. Αμέσως μετά ακολουθεί η επίκληση στην αγαπημένη του. Και αμέσως μετά η πλήρης απογοήτευση και η παραίτηση.

Μάταιο να περνάς απ’ το σπίτι
δεν έχω τίποτα να σε φιλέψω
απόμειναν άδεια ντουλάπια
απλήρωτοι λογαριασμοί
δίχως ρεύμα, οι συσκευές δεν δουλεύουν
δυο φέτες μονάχα ψωμί μουχλιασμένες
μαρτυρούν
πως μόνο υγρασία υπάρχει σε τούτο το σπίτι.

Κι όμως η αγαπημένη του είναι διαρκώς παρούσα. Είτε την επιζητεί είτε την αποκρούει, είτε την επιθυμεί είτε την αρνείται, είτε την εκθειάζει είτε την στιγματίζει. Της μιλάει άμεσα, σε δεύτερο πρόσωπο.

Σε λίγο θα έχεις φύγει
το ρούχο σου ριγμένο στη καρέκλα θα μείνει
το άρωμα σου στον χώρο
θα προδίδει την εδώ παρουσία σου
η μοναξιά θα ντυθεί την ύπαρξή σου
δίπλα μου θα πλαγιάσει
κι έτσι επιρρεπής που είμαι
θα τη δεχτώ
κι όταν το ρούχο της δίπλα στο δικό σου θ’ αφήνω
θα ψελλίσω τ’ όνομά σου.

Κι ακόμη

Σε νοσταλγώ με το πάθος, απόψε
του μελλοθάνατου
μ’ ένα λουλούδι στο χέρι
με τη γεύση του ονόματός σου στα χείλη
για καλημέρα.

Το όλο κλίμα του βιβλίου λοιπόν χαρακτηρίζεται από την απογοήτευση και την παραίτηση που ελάχιστα απέχουν από την αυτολύπηση. Και εκείνη ελάχιστα απέχει από τον ναρκισισμό. Πολλή μοναξιά, πολλή ερημιά, πολλά δάκρυα …Ο ποιητής φαίνεται να ταξιδεύει σε μια σχεδόν γαλήνια θάλασσα θλίψης.
Εγώ λοιπόν που έχω τα διπλάσια του χρόνια, θα ρωτούσα τον Ήχο Πλάγιο. Μόνο : «δεν είναι λίγο νωρίς για να πλαγιάσει; Δεν είναι λίγο νωρίς για να γεράσει; Δεν υπάρχει και ομορφιά σ’ αυτόν τον κόσμο, δεν υπάρχει αθωότητα, δεν υπάρχει έρωτας και αγάπη; Δεν υπάρχει το πάθος της δημιουργίας; Και δεν θα άξιζε να μιλήσει κανείς και για όλα αυτά;» Από την άλλη, πρόκειται για ένα πρώτο βιβλίο και ο νέος ποιητής έχει όλη τη ζωή μπροστά να γράψει πάνω σε οποιοδήποτε θέμα τον συγκινεί και με οποιοδήποτε τρόπο επιλέξει.

Από την καθαρά ποιητική άποψη, τα ποιήματα της συλλογής, όπως και η συναισθηματική κατάσταση του ποιητή, παρουσιάζουν πολύ λίγες εξάρσεις. Είναι επαρκή, ικανοποιητικά, συμπαθητικά. Με στιγμές γνήσιας έμπνευσης. Ο Ιωάννης Τσιουράκης επιλέγει να μιλήσει απλά και λιτά και θεωρώ ότι αυτό είναι ένα πολύ θετικό στοιχείο. Αποφεύγει επίσης σε μεγάλο βαθμό τις ψευτοποιητικές λέξεις που κατά κανόνα βρίθουν στα ποιήματα των νέων ποιητών. Όμως μια μεγαλύτερη θεματική ποικιλία νομίζω ότι θα ήταν επιθυμητή.

Συνολικά και κατά τρόπο παράδοξο, μέσα από τη μελαγχολία και τη θλίψη του νέου ποιητή, αναδύεται μια αισιοδοξία. Όχι η χαζοχαρούμενη των ηλιθίων αλλά η αισιοδοξία ότι η ποίηση δεν κινδυνεύει, όπως έγραφα πριν από έξι χρόνια στον Κώστα Κρεμμύδα, τον εκδότη του Μανδραγόρα, με αφορμή την ανθολογία της αόρατης γενιάς, της γενιάς του 1990. Η ποίηση δεν κινδυνεύει για υπάρχουν πολλοί που συνεχίζουν όταν οι άλλοι πετάνε την πετσέτα στο ρινγκ. Η ποίηση δεν κινδυνεύει γιατί αποτελεί μια βαθύτατη ανάγκη του ανθρώπου. Και η ποίηση δεν κινδυνεύει γιατί υπάρχουν νέοι σαν τον Ιωάννη Τσιουράκη, με σοβαρότητα και ειλικρίνεια, με αγάπη, με ταλέντο και με αφοσίωση. Νέοι που, ό,τι και να πούμε εμείς, θα χαράξουν τον δικό τους δρόμο. Σ’ αυτή την ισόβια ανηφορική πορεία προς μια κορυφή που δεν υπάρχει, εύχομαι στον Ιωάννη Τσιουράκη κάθε επιτυχία και κάθε εκπλήρωση.


Τόλης Νικηφόρου


Χαίρομαι ιδιαίτερα που μέσα στο 2008 έτυχε να γνωρίσω τον ποιητή Τόλη Νικηφόρου και επίσης
που μου δόθηκε η ευκαιρία να συμμετέχω σε μια κοινή ομάδα μαζί του.
Για την ακούραστη ενασχόληση του με το διαδίκτυο και την υπέροχη ποιητική ανθολόγηση που
συνεχίζει όλοι οι φίλοι της ποίησης αλλά και οι νέοι που θέλουν να την γνωρίσουν έχουν μια πραγματική
ευκαιρία και του αξίζουν πολλά μπράβο.
Εύχομαι το 2009 να συνεχίσει να μας χαρίζει τέτοιες όμορφες στιγμές ποίησης και η φλόγα της έμπνευσης
να παραμένει άσβεστη στην νεανική του καρδιά.

Σχετικοί δεσμοί για τον ποιητή Τόλη Νικηφόρου:
http://www.nikiforou-poems.gr/gr/index.htm
http://ploigos-tou-apeirou.blogspot.com/
http://dreaming-in-the-mist.blogspot.com/

2009 ΕΥΧΕΣ










ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ
ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΕΥΖΩΙΑ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ


Φωτογραφίες από Associated Press και Reuters

ΦΙΛΟΙ ΑΠΟ ΟΛΗ ΤΗΝ ΓΗ