Τρίτη, Ιουνίου 26, 2012

Ένα μεγάλο μπράβο και τις θερμότερες ευχές μου για το μέλλον


Έγραψε 20 στο μάθημα με το περιβόητο θέμα, λατρεύει την Βιολογία , αλλά θα σπουδάσει ιατρική

Ο Αναστάσιος Τσαρουχάς (στη φωτογραφία δεξιά), μαθητής του Ελληνικού Κολλεγίου Θεσσαλονίκης δεν συγκέντρωσε την υψηλότερη βαθμολογία από όλους τους μαθητές. Εξασφάλισε 19.117 μόρια που κατά πάσα πιθανότατα του αρκούν για να πετύχει την είσοδο του στην Ιατρική Σχολή της Θεσσαλονίκης. Πέτυχε όμως κάτι που με τα δεδομένα των φετινών εξετάσεων ίσως ήταν δυσκολότερο. Το «παράσημο» του είναι το 20 με το οποίο βαθμολογήθηκε στη φυσική κατεύθυνσης, το μάθημα των φετινών εξετάσεων που προκάλεσε διαμάχες μεταξύ Εταιρείας Ελλήνων Φυσικών και υπουργείου. 

«Έλυσα το αμφιλεγόμενο θέμα με μαθηματικό τρόπο, αντί να χρησιμοποιήσω τις γνώσεις φυσικής και τον τρόπο που προτάθηκε ως σωστό εκ των υστέρων», λέει. «Αυτό δε σημαίνει πως έκανα κάτι ιδιαίτερο. Πιστεύω πως όσοι είχαν λύσει τέτοιου είδους ασκήσεις στο παρελθόν δεν αντιμετώπισαν πρόβλημα. Απλά ήταν διατυπωμένο με τέτοιο τρόπο που μπορούσε να μπερδέψει κάποιον -προικισμένο μαθητή- που θα σκεφτόταν λίγο παραπάνω».Οι όποιες ενστάσεις του είναι γενικά για τα θέματα της φυσικής κατεύθυνσης, καθώς όπως λέει «κάποια πράγματα που ζητούνταν από τους μαθητές δεν υπήρχαν ουσιαστικά πουθενά στο σχολικό βιβλίο».

Στις αρχές της σχολικής χρονιάς στόχος του ήταν η εισαγωγή σε κάποιο τμήμα Φυσικής.«Κάποια στιγμή όμως πήρα μέρος σε ένα διαγωνισμό βιολογίας, τα πήγα καλά και ανακάλυψα πόσο πολύ μου αρέσει», λέει.

Τις 15 μέρες των διακοπών του Πάσχα τις πέρασε στη βιβλιοθήκη και τα εργαστήρια του τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ, διαβάζοντας και συζητώντας με καθηγητές. «Το φροντιστήριο και το σχολείο σίγουρα με βοήθησαν , όμως εμένα αυτό το αντικείμενο μου αρέσει πάρα πολύ, το βλέπω ουσιαστικά σα χόμπι», συμπληρώνειΓιατί όμως επέλεξε την ιατρική και όχι την βιολογία; «Δεν με ενδιαφέρει να γίνω νοσοκομειακός γιατρός. Στόχος μου είναι να ασχοληθώ με την έρευνα. Και η πραγματικότητα είναι πως οι σπουδές ιατρικής έχουν μεγαλύτερο κύρος, ενώ επιπλέον υπάρχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον και κονδύλια για έρευνα που έχει σχέση με την ιατρική, παρά με την βιολογία».


Όταν ένα παιδί με πνευματικές ικανότητες σαν το Τάσο έχει δυο σπουδαίους γονείς που τον στηρίζουν και τον νουθετούν τότε τα αποτελέσματα είναι σίγουρα και λαμπρά. Είχα την τύχη να εργαστώ και να γνωρίσω τον πατέρα του Τάσου τον κ. Ηλία Τσαρουχά. Στον χρόνο που συνεργαστήκαμε αυτός ως διευθυντής μου του τμήματος πωλήσεων, όχι απλά δεν είχαμε προβλήματα αλλά είμασταν και παραμένουμε φίλοι. Πως θα μπορούσε αλλιώς αφού είναι ένας άνθρωπος που εκτός από την μεγάλη κατάρτιση και εργασιακή εμπειρία στον τομέα του τον διακρίνει, η εργατικότητα, η προσήνεια και ο δημοκρατικός του χαρακτήρας.  Για ακόμη μια φορά εύχομαι οι αγώνες και οι θυσίες τους στο μέλλον να πιάσουν τόπο και στον Τάσο και στο δεύτερο αστεράκι της οικογένειας σε μερικά χρόνια.      

Κυριακή, Ιουνίου 24, 2012

Το κορίτσι που άφησε άφωνο τον κόσμο για πέντε λεπτά 1992



Εκπληκτική ομιλία δωδεκάχρονου κοριτσιού σε διεθνή διάσκεψη για το περιβάλλον.
Πληροφορίες από τη Wikipedia:
Το 1992, στην ηλικία των 12, η Cullis-Suzuki μάζεψε χρήματα μαζί με άλλα παιδιά, μέλη του ECO, για να παρευρεθεί στην Παγκόσμια Σύνοδο του ΟΗΕ για το Περιβάλλον, στο Ρίο Ντε Τζανέιρο. Εκεί μαζί με άλλα μέλη της ομάδας παρουσίασε στο συνέδριο περιβαλλοντικά θέματα υπό τον τρόπο που τα βιώνουν οι νέοι και χειροκροτήθηκε από όρθια τα μέλη του συνεδρίου. Σήμερα είναι ακτιβίστρια περιβαλλοντολόγος, ομιλίτρια, τηλεοπτική οικοδέσποινα και συγγραφέας. 
Πληροφορίες:  http://en.wikipedia.org/wiki/Severn_Cullis-Suzuki

http://www.YoutubeTranslations.gr 

Παρασκευή, Ιουνίου 22, 2012

"ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ"-Ο Λάκκος και το Μέγαρο-Ντίνου Παπασπύρου




του ΑΡΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Αρχιτέκτονα

Ινχνηλατώντας τις μνήμες ενός αιώνα
Ανθρώπινες ιστορίες*

Ντίνος Παπασπύρου / Ο Λάκκος και το Μέγαρο
[Συνομιλώντας στις 19.4.2012 στην Τσιμισκή 10]



* Υπό το φως μιας δειγματοληπτικής, και αρκούντως υποκειμενικής σάρωσης, και για τα τέσσερα τεύχη του επετειακού 2012, ο Άρις Γεωργίου ανιχνεύει τις παιδικές και εφηβικές μνήμες ισάριθμων Θεσσαλονικέων, που ο καθένας τους γεννήθηκε στην αρχή εκάστης εικοσιπενταετίας της εκατονταετίας 1912-2012.







 Ένα τέταρτο του αιώνα μετά την Κίτσα Αθυρίδου, για την ακρίβεια το 1938, γεννιέται στη Θεσσαλονίκη ο Ντίνος Παπασπύρου. Σε άλλη γειτονιά, με άλλη καταγωγή. Ευρυτάνας ο πατέρας του, εκ Τσανάκαλε ορμώμενη η μάνα του. Προξενιό, σύνηθες συστατικό του δημογραφικού ψηφιδωτού της εποχής. Ένας λόγος, μεταξύ τόσων άλλων, ώστε μόλις το πέντε στα εκατό του σημερινού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης να είναι γέννημα-θρέμμα της πόλης. Η οικογένεια της μητέρας αρχικά στις προσφυγικές σκηνές στη Σταυρούπολη. Αργότερα, στο ημιυπόγειο της Αετορράχης, περιοχή Αγίας Τριάδας. Πρώτη εστία της νέας οικογένειας το μικρό ισόγειο σπίτι που είχε αγοράσει ο παππούς Κουτρουμάνης στην, ανύπαρκτη τότε, σημερινή Καυταντζόγλου: στον Λάκκο. Όπου, τον τρίχρονο Ντίνο συναντά η γερμανική κατοχή, πρώτο περιβάλλον που αναγνωρίζει η παιδική του συνείδηση.

Τον πατέρα μου, που είχε γεννηθεί το ’10, τον είχε προσκαλέσει ένας συγχωριανός του, που είχε αλευρόμυλο· ήρθε λοιπόν το ’27, αμούστακο παιδί, ο άλλος όμως τον άφησε στην τύχη του. Δεν αλήτεψε πάντως, είχε τσαγανό, άρχισε να δουλεύει στα εστιατόρια και σιγά σιγά έγινε μάγειρος και εν τέλει αρχιμάγειρος. Πέρασε από το «Μεντιτερανέ», το «Όλυμπος-Νάουσα», τη «Ρέμβη», τον «Στρατή», πολέμησε στην Αλβανία το ’40, πέθανε δυστυχώς πολύ νέος, στα 52 του, από υπερκόπωση. Με τη μάνα μου ήταν προξενιό, οι δικοί της αρχικά από το Τσανάκαλε, είχαν έρθει το ’14, στην αρχή σε σκηνές στη Σταυρούπολη. Ο αδελφός της, και θείος μου, έφυγε κατευθείαν από το Τσανάκαλε στην Αμερική και πρόκοψε, έκανε μάλιστα περιουσία με τις οικονομίες του, εκμεταλλευόμενος τις χαμηλές τιμές από το κραχ του ’29. Βοηθούσε πάντα την οικογένεια, μάλιστα με λεφτά που έστειλε εκείνος ο παππούς μπόρεσε και εγκαταστάθηκε στο ημιυπόγειο της Αετοράχης. 


Κυριακή, 22 Απριλίου 2012. Ο Ντίνος Παπασπύρου στη βεράντα του, επί της οδού Καυτανζόγλου. 
Φωτογραφία: Άρις Γεωργίου

Οι αδερφές εργάζονταν, η μικρή μάλιστα, η μητέρα μου, πήγε και σχολείο στο Δημοτικό του Τσιγαλίδη, ήθελε να γίνει δασκάλα, ο παππούς ο Νικόλας όμως δεν την άφηνε ―«πού θα πας να γυρνάς με τα αγόρια―, εργάστηκε σε μια καπελού, ήταν της μόδας τα καπέλα τότε, μάθαινε μάλιστα και μαντολίνο. Τους ξαναβοήθησε ο θείος απ' την Αμερική και αγοράστηκε το σπίτι στον Λάκκο. Αυτό δηλαδή από το οποίο προέκυψε, με την αντιπαροχή, το σημερινό μας διαμέρισμα. Ο Λάκκος ήταν το ρέμα. Η σημερινή οδός Καυταντζόγλου.


Θυμάμαι κι εγώ ακόμη το γεφυράκι πάνω από το ρέμα που περνούσαμε επί της λεωφόρου Στρατού στο σημείο αυτό, όταν τις Κυριακές πηγαίναμε επίσκεψη στις θείες μου, στη Μπιζανίου, λίγο πιο πέρα. Και, για δες σύμπτωση: ο Μιχάλης Τσιγαλίδης, του γνωστού σχολείου της περιοχής και δάσκαλος της μάνας σου, ήταν ακριβώς ο αρχηγός εκείνης της, επίσης προσφυγικής, οικογένειας των θειάδων του δικού μου πατέρα.



Και που η μάνα μου έλεγε ότι, στον έλεγχο της έκτης Δημοτικού, παρόλο που ήταν πρώτη μαθήτρια, ο Τσιγαλίδης δεν της έβαλε άριστα σε όλα τα μαθήματα, για να το δώσει, το άριστα, σε μια συμμαθήτριά της που αργότερα την παντρεύτηκε, δηλαδή τη θεία σου. Να ζούσε τώρα η μάνα μου, θα έπεφτε γέλιο με τους κύκλους που κάνει η ζωή!
Ναι, αυτό ήταν το ένα γεφυράκι· το άλλο, το πιο χαρακτηριστικό του Λάκκου, ήταν ψηλότερα, θολωτό εκείνο, στο ύψος του 424 Στρατιωτικού Νοσοκομείου, όπως το δείχνω και στη ζωγραφιά που είναι εξώφυλλο στο βιβλίο Ο Λάκκος.





Το “Mέγαρο” στον λάκκο Στρατηγείου (ανάμνηση), τέμπερα, 35.5x47.5 εκ., 2000



Αν κάποιος είχε φύγει από τη Θεσσαλονίκη αμέσως μετά τον πόλεμο και γυρνούσε σήμερα πίσω δεν θα αναγνώριζε την περιοχή, με τις διαφοροποιήσεις που έχουν επέλθει στο μεταξύ. Το σπίτι μας ήταν πάνω στην "όχθη" του ρέματος. Ήμασταν δεύτερο σπίτι από τη λεωφόρο Στρατού, σε ένα τυφλό οικόπεδο, και δεν είχαμε πρόσβαση στη λεωφόρο παρά μόνο από ένα στενό πέρασμα παράλληλα με τον Λάκκο, εν είδει δουλείας. Δεν ήταν προσφυγικό, ούτε διώροφο, σαν τρένο ήτανε, μια κουζίνα, ένα δωμάτιο, ένα μικρό σαλονάκι κι άλλο ένα δωμάτιο, όλα στη σειρά, ίσως να ήταν τούρκικο. Και το μικρό πέρασμα έβγαινε στη λεωφόρο Στρατού, με τους κυβόλιθους και τις γραμμές του τραμ, που τις θυμάσαι κι εσύ.


Το παλιό μας σπίτι στη Λεωφόρο Στρατού 1Α,
τέμπερα, 35.5x48 εκ., 2000



Στην Κατοχή το σπίτι μας ήταν περικυκλωμένο από τους Γερμανούς· απορώ, τώρα που το σκέφτομαι, πόσο βρισκόμασταν εν μέσω κινδύνων, δεν το συνειδητοποιούσα τότε, μικρός ήμουνα. Μεσοτοιχία είχαμε με την Εθνική Ασφάλεια ―που ελέγχονταν φυσικά από τους Γερμανούς―, ένα νεοκλασικό σπίτι, γωνία λεωφόρου Στρατού και Κυβερνίδου. Απέναντί μας, απ΄ την άλλη μεριά του Λάκκου, το Γ΄ Σώμα, Γερμανοί και πάλι. Ετούτοι εδώ είχανε βάλει συρματοπλέγματα κατά μήκος του Λάκκου και μας απέκλεισαν την πρόσβαση στη λεωφόρο, μας ανάγκασαν έτσι να ανοίξουμε μια δίοδο μέσα από το γειτονικό οικόπεδο και να επικοινωνούμε από πίσω, μέσω της Κυβερνίδου. Από την άλλη μεριά, στο Λυσέ, στο παλιό κτίριο που δεν υπάρχει πια, Γερμανοί και πάλι, επιταγμένο κι αυτό, και, εκεί που είναι το καμπύλο του τωρινού Γαλλικού Ινστιτούτου, είχαν εγκαταστήσει ένα αντιαεροπορικό. Πιτσιρίκια εμείς, πηγαίναμε, μας δέχονταν οι Γερμανοί και παίζαμε, πατούσε το πεντάλ ο Γερμανός κι αυτό γυρνούσε, το περνούσαμε για κούνια. Επιπλέον, το γωνιακό κτίριο, το «μέγαρο» που το λέγαμε, γιατί ήταν τετραόροφο με ρετιρέ ― κι αυτό το είχανε επιτάξει οι Γερμανοί και το είχαν κάνει κυλικείο, λέσχη για τους αξιωματικούς τους. Πανταχόθεν λοιπόν Γερμανοί. Κατά το τέλος της Κατοχής, είχα μεγαλώσει λίγο και γυρνούσα, έπιασα φιλίες με έναν Γερμανό, που ήταν ο μάγειρας της Λέσχης, είχε το ίδιο επάγγελμα με τον πατέρα μου. Με έβλεπε από μέσα, με φώναξε, έδειξε το στήθος του να πει το όνομά του, «ich, Patrick», εσύ; «Ντίνος» του απάντησα, και έκτοτε με φώναζε, «Dinos, Dinos» και μου πετούσε από μέσα ένα γλυκό σε λαδόκολλα. Και έτσι συνέχισε, μέχρι τότε που φύγανε. «Δεν θα ’ναι Γερμανός αυτός ο Γερμανός, Αυστριακός πρέπει να ’ναι, για να ’ναι καλός», έλεγε η μάνα μου. Και ήρθε η μέρα που τα μαζεύανε και φεύγανε. Μαζεύτηκε πολύς κόσμος, έτοιμοι όλοι, μόλις ξεκουμπιστούν εκείνοι, να μπουκάρουνε να πάρουν ό,τι βρουν. Και ό,τι είχε εκεί μέσα ήταν λεία από εβραίικα σπίτια. Πήγα κι εγώ, πιτσιρίκος, περίμενα απ' την πλευρά της λεωφόρου Στρατού. Κάποια στιγμή κατεβαίνει κι ο Πάτρικ. Αγνώριστος. Με το κράνος, τη στολή και την εξάρτυση, το πέταλο στο στήθος. Τρακαριστήκαμε καθώς έφευγε, αγέλαστος, δεν είπε κουβέντα, σηκώνει όμως το χέρι, με χαιρετάει. Ακόμη και τώρα συγκινούμαι που το θυμάμαι. «Αν δεν τον φάνε οι δικοί μας οι αντάρτες, θα τον καθαρίσουνε οι παρτιζάνοι του Τίτο» λέει κάποιος από το πλήθος. Καβάλησε εκείνος μια μοτοσικλέτα κι εξαφανίστηκε προς την Έκθεση, τελευταία φορά που τον είδα.



Πάσχα 1939 με τον πατέρα στον λαχανόκηπο του παλιού μας σπιτιού. Πίσω ο Στρατώνας του Γ-Σ.Σ. (σημερινό Στρατοδικείο)









                                                                                                             
Φθινόπωρο 1947 στο παλιό μας σπίτι, με τον αδελφό μου Νίκο, φορώντας τα κοστουμάκια που μας έστειλε ο θείος Χρήστος από Αμερική




















Πες μου όμως, ήταν ήδη γνωστό τότε ποια ήταν η τύχη των Εβραίων στα στρατόπεδα, Υπήρχε κιόλας η φήμη, κυκλοφορούσε η πληροφορία; Eξάλλου, στη διάρκεια της Κατοχής τι καταλαβαίνατε για το εβραϊκό ζήτημα;


Ναι, πρέπει να ξέρανε κάτι, γιατί συνέβαινε το εξής: Ο πατέρας μου κάθε βράδυ συναντιότανε με έναν γείτονα στο σπίτι. Αυτός πρώτα έμενε στο σπίτι δίπλα στο «μέγαρο», που του το επιτάξανε, και δούλευε στην Ελευθέρα Ζώνη, στο Λιμάνι. Και έφερνε από κει κάτι χαρτιά, που κάθονταν μαζί το βράδυ και διαβάζανε στο φώς της πετρελαιόλαμπας, παράνομος Τύπος θα πρέπει να ήτανε, έτσι κατάλαβα αργότερα, από κει θα πρέπει να μαθαίνανε ειδήσεις. Επίσης συνέβαινε και κάτι άλλο: οι Γερμανοί είχανε κόψει το ρεύμα σε όλο τον κόσμο εκτός από τα σπίτια που χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι. Ήμασταν για κάποιον καιρό εξαίρεση, γιατί το ρεύμα που πήγαινε στην Εθνική Ασφάλεια, μεσοτοιχία με μας, αναγκαστικά έδινε καταχρηστικά ηλεκτρικό και σε μας. Με διαταγή τους επίσης, και επί ποινή εκτελέσεως, έπρεπε να παραδοθούν όλα τα ραδιόφωνα. Ένας άλλος γείτονας, που δεν είχε παραδώσει το δικό του, το έφερνε τα βράδια σε μια κουρελού, το συνέδεε στο ντουί της λάμπας και ακούγανε κρυφά Λονδίνο, μέχρι που μας κόψανε κι εμάς το ρεύμα. Μάθαιναν λοιπόν πράγματα και από κει.
Το πιο δραματικό πάντως που έχει μείνει στη μνήμη μου για τους Εβραίους είναι ότι καθόμασταν με τη γιαγιά στα σκαλιά της εξώπορτας του παλιού μας σπιτιού, πάνω στον Λάκκο, και βλέπαμε να περνούν στη λεωφόρο Στρατού εκατοντάδες κάρα, ξέρεις, εκείνα με τη μεγάλη επίπεδη καρότσα, φορτωμένα Εβραίους, με κατεύθυνση τον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό, από όπου τους προωθούσαν στα γνωστά στρατόπεδα του εξωτερικού. Πράγματι, η περιοχή, ιδιαίτερα το 151 (όπου είναι σήμερα η ΔΕΗ), είχε πολλούς Εβραίους. Μάλιστα, οι Γερμανοί, πολύ πριν τους μαζέψουν, είχαν ζωγραφίσει ένα μεγάλο κίτρινο άστρο του Δαυίδ στον μαντρότοιχο του Λυσέ, πριν από τον Λάκκο. Αυτό ήταν ένδειξη, σύμφωνα με τον Γερμανό στρατιωτικό διοικητή, ότι οι Εβραίοι της περιοχής δεν επιτρεπόταν να κυκλοφορήσουν πιο πέρα, δηλαδή προς το κέντρο της πόλης. Την επόμενη μέρα που με τη γιαγιά βλέπαμε τα κάρα να φεύγουν, με πήρε και πήγαμε στην περιοχή του 151. Φτωχόσπιτα άδεια, σε πλήρη εγκατάλειψη. Και κάτι ακόμη, όπως μου έλεγε η μητέρα: είχε μια στενή φίλη Εβραία, τη Ρόζα, η οποία λίγο πριν τους μαζέψουν είχε παντρευτεί. Ήρθε λοιπόν στη μητέρα και την παρακάλεσε να της αφήσει τα προικιά, έπιπλα, όλα καινούργια, και άλλα τιμαλφή, για να της τα φυλάξει μέχρι να γυρίσουν πίσω. Η μητέρα αρνήθηκε ,«εφοβείτο γαρ», όπως λέει και το Κατά Μάρκον αναστάσιμο Ευαγγέλιο. Βέβαια, η Ρόζα δεν γύρισε πίσω.
Ο πατέρας επίσης είχε έναν μοναδικό πατριώτη, που έμενε στον συνοικισμό Σαράντα Εκκλησιών, και που ο γιος του ήταν στην ηλικία μου. Τον επισκεπτόμασταν συχνά, κι εγώ έπαιζα με τον συνομήλικό μου πάνω στη στρωμένη με μάρμαρα αυλή τους. «Από πού τα μάρμαρα;» άκουσα τον πατέρα να ρωτά μια φορά τον πατριώτη του· «κάθε βράδυ που γυρίζω από τη δουλειά παίρνω στην πλάτη ένα από το εβραίικο νεκροταφείο». Μετά από αυτήν την κουβέντα, πρόσεξα ότι όλες οι αυλές του συνοικισμού ήταν στρωμένες με τέτοια μάρμαρα.
Αλλά και όταν γκρέμιζαν τις στρατιωτικές αποθήκες, για να χτιστεί το Βυζαντινό Μουσείο, βρήκα μέσα στα χαλάσματα τρία μικρά μαρμάρινα κομμάτια, που προφανώς είχαν χρησιμοποιήσει οι Γερμανοί σαν υλικό για να κτίσουν κάτι. Τα έχω ακόμη.


Μεγαλώνοντας εκείνα τα πρώτα χρόνια της παιδικής σου ηλικίας, μέσα στην Κατοχή εννοώ, ποια ήταν η αίσθηση της προοπτικής; Επλανάτο ή όχι η επεικείμενη απελευθέρωση; Ή μήπως υπήρχε και κάποια αίσθηση πιθανής μονιμότητας της γερμανικής κυριαρχίας; Όπως αντίστοιχα, όσο είχαμε τη χούντα, δεν γνωρίζαμε πότε θα άλλαζαν τα πράγματα.


Όσο μικρός και αν ήμουνα τότε, ποτέ δεν κατάλαβα να υπήρχε αίσθηση μονιμότητας της γερμανικής κυριαρχίας. Όλοι ήταν σίγουροι ότι σύντομα θα ερχόταν η απελευθέρωση, το αίσθημα ήταν υψηλό παρά την πείνα και τις καθημερινές εκτελέσεις. Σ' αυτό συνετέλεσε και ο παράνομος Τύπος, που περνούσε μυστικά από χέρι σε χέρι και κάθε βράδυ τον διάβαζε σπίτι και ο πατέρας μαζί με γείτονες, στο φως της πετρελαιόλαμπας, ή στο φως κεριών από γουρουνίσιο λίπος που έκαμνε η γιαγιά, όταν δεν υπήρχε πετρέλαιο. Εξάλλου, ναι, δεν γνωρίζαμε πότε θα πέσει η χούντα, αλλά ελπίζαμε. Θυμάμαι, ανήμερα 21.4.1967, όταν πήγα στην τράπεζα, είδα μια διπλανή μου συνάδελφο (οργανωμένη στην Αριστερά) να κλαίει. Για να την παρηγορήσω, της είπα: μην κλαις, κάποτε θα φύγουν και θα πάρουν μαζί και τον βασιλιά τους. Επαληθεύτηκα.




Ατομικόν Επισιτιστικόν Δελτίον Κωνσταντίνου
Παπασπύρου για την περίοδο Ιανουαρίου-
Απριλίου 1953. Μέσα στο βιβλιάριο υπήρχαν τα
ημερήσια κουπόνια, άλλα για τον άρτο και άλλα
για τα υπόλοιπα τρόφιμα. Το 1953 ήταν η
τελευταία χρονιά του “Δελτίου”



Βγαίνοντας από την Κατοχή, είσαι πια σε ηλικία Δημοτικού σχολείου. Ταυτόχρονα, μια άλλη δοκιμασία, ο Eμφύλιος, μεσολαβεί μέχρι να 'ρθουν πιο ήσυχα χρόνια.



Δημοτικό πάω το ’45, στο Β΄ Πρότυπο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, στην Αρχαιολογικού Μουσείου. Χωματόδρομος, όπως τον θυμάσαι κι εσύ, παίζαμε στις αλάνες και στον δρόμο εκεί γύρω, τρέχαμε καταϊδρωμένοι να πιούμε νερό στη βρύση που έτρεχε ασταμάτητα πίσω από το Γενί Τζαμί, την άλλη μέρα ανάσκελα, σχολείο γιοκ. Χωματόδρομοι όμως ήταν και όλοι οι γύρω δρόμοι, με μοναδική εξαίρεση την άσφαλτο σε ένα τμήμα της Ευζώνων από Περδίκα μέχρι Ιωαννίνων, ποιος ξέρει για ποιον λόγο, πάντως προς μεγάλη μας χαρά, γιατί εκεί μπορούσαμε να τσουλάμε με τα πατίνια μας. Το ’50, που τέλειωσα το Δημοτικό, από ένα τυχαίο γεγονός έδωσα εξετάσεις στο Αμερικάνικο Κολλέγιο και πέρασα, βρέθηκα λοιπόν στο «Ανατόλια» με πλήρη υποτροφία κι απ΄ την τρίτη και μετά με εξετάσεις με την Fulbright· ήμουν αρκετά καλός μαθητής.
Το ’46 γίνανε εκλογές, τον Μάρτιο. Η Αριστερά έριξε το σύνθημα «αποχή». Ο πατέρας μου δεν ήταν αριστερός αλλά είχε πολλούς φίλους στην περιοχή που ήταν. Επηρεάστηκε και δεν πήγε να ψηφίσει ― και βεβαίως ήταν λάθος του. Αυτό το πράγμα, πέρα που τον τυράννησε εκείνον ―τον εξανάγκασε να εγκαταλείψει την ιδέα της μετανάστευσης στην Αμερική, απ’ όπου του είχε κάνει πρόσκληση ο θείος μου μαζί με τον αδελφό μου―, τυράννησε κι εμένα προσωπικά. Μετά το «Ανατόλια», το ’57, δίνω εξετάσεις στην τράπεζα και περνάω πρώτος. Για τη διαδικασία πρόσληψης χρειάζονταν κάποια δικαιολογητικά, μεταξύ των οποίων το περίφημο Πιστοποιητικό Κοινωνικών Φρονημάτων. Ήταν το μόνο που δεν ερχότανε από την Ασφάλεια. Αναγκάστηκα μετά από τόση καθυστέρηση να πάω να το αναζητήσω. Δεν το εξέδιδαν, διότι «ο πατέρας μου ήταν αριστερός, καθώς δεν είχε πάει να ψηφίσει στις εκλογές του ’46». Οι εξηγήσεις μου δεν τους αρκούσαν, ούτε τα παρακαλητά μου, με πιάσανε τα δάκρυα. Τότε με υποχρέωσαν να τους γράψω μιαν έκθεση για το πώς αντιλαμβάνομαι τον κομμουνισμό, πράγμα που έκανα λέγοντάς τους αυτά που ήθελαν να ακούσουν, αρχίζοντας από την Κομμούνα του Παρισιού και περνώντας από το παιδομάζωμα. Έτσι, μπόρεσα να μπώ στην τράπεζα τελικά. Αλλά οι εκλογές του ’46 εξακολουθούσαν να με κυνηγούν. Το ’59 πάω στον στρατό. Στην Κόρινθο, υποψήφιος έφεδρος αξιωματικός. Ερχόταν στα γραφεία τα χαρτιά για τον καθένα. Τα δικά μου εξαιρετικά, μόνο που είχαν δυο κόκκινες γραμμές, για να επισημαίνουν «ο πατέρας του δεν ψήφισε το ’46» κι ένα κεφαλαίο Α, τουτέστιν αριστερός καθ' υποψίαν. Με κόβουν λοιπόν και γίνομαι απλός γραφέας τεθωρακισμένων. Μετά από την πρώτη μετάθεση και από συμπτωματική συνάντηση με έναν απόφοιτο του «Ανατόλια», που προφανώς είχε τα μέσα, με φέρνουν στο Γ΄ Σώμα, κυριολεκτικά απέναντι από το σπίτι μου, και μάλιστα στο 4ο Γραφείο, επιτρέποντάς μου δηλαδή πρόσβαση σε ένα σωρό έγγραφα που "κανονικά" θα έπρεπε να μου είναι απαγορευμένα. Χρησίμευα δε, λόγω αγγλικών, και ως μεταφραστής σε επισκέψεις Αμερικάνων επιτελικών. Πραγματικός τραγέλαφος ο παραλογισμός που ταλαιπώρησε χιλιάδες ανθρώπους, χώρια από τις πραγματικές τραγικές συνέπειες.


Ξέρω όμως ότι σε απασχολούσε και το ζήτημα της μετανάστευσης χιλιάδων Ελλήνων εκείνη την εποχή.


Δεν μετανάστευσα εγώ βέβαια, εμείς μείναμε εδώ, αμετακίνητοι, αλλά είχα έμμεσες εμπειρίες ή έστω επαφή με το ζήτημα, λόγω δουλειάς. Ήμουν στα ξεκινήματά μου στην τράπεζα τη δεκαετία του ’60, τότε τα περισσότερα εμβάσματα που έρχονταν ήταν μεταναστευτικό συνάλλαγμα, το αμέσως πιο σημαντικό μετά το ναυτιλιακό. Από τους ξενιτεμένους Έλληνες, Γερμανία και Βέλγιο οι πιο πολλοί. Το επιτόκιο μάλιστα ήταν θεαματικά υψηλότερο για το συνάλλαγμα απ' ό,τι για τη δραχμή, κίνητρο σημαντικό με στόχο το ισοζύγιο. Έρχονταν τότε στην τράπεζα να πάρουνε τα σταλμένα λεφτά γιαγιάδες με τα εγγονάκια τους, ή γυναίκες που είχανε φύγει οι άντρες τους, ή πατεράδες που φύγαν τα παιδιά τους και ήταν πολύ συγκινημένοι στο γκισέ την ώρα που βάζανε την υπογραφή τους στο ένταλμα πληρωμής. Και σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν έρχονταν να εισπράξουν, η τράπεζα χρέωνε έξοδα πέντε δραχμές και τότε, μερικές φορές, έλεγα στον υπάλληλο «no charge», δηλαδή να μην κρατήσει τίποτε, γιατί για εκείνους τους φτωχούς ανθρώπους αυτές οι δραχμές ήταν κάτι. Τα πράγματα ήταν φυσικά πολύ πιο ανθρώπινα εκείνη την εποχή, ο τραπεζικός μπορούσε να παρέμβει, δεν ήταν όλα απαρακάμπτως computerized, όπως σήμερα, που δεν μπορεί να γίνει η παραμικρή παρέκκλιση σε καμιά πράξη μέσα από μια «συναισθηματικής τάξεως» δυνατότητα.


Εγώ βεβαίως σε γνώρισα πολύ αργότερα, ως ζωγράφο της «Διαγωνίου». Πώς συνδέεται η ζωγραφική σου με την παιδική ή την εφηβική σου ηλικία;


Η «Ακαδημία» ήταν πρωτοποριακό σχολείο, Πρότυπα τα λέγανε. Πάντοτε, όταν μας βάζανε να γράψουμε ένα κείμενο, μας ζητούσαν να ζωγραφίσουμε μαζί και κάτι σχετικό. Τα δικά μου ζωγραφίσματα ήταν πάντοτε τα καλύτερα. Αργότερα, στο Κολλέγιο, είχαμε την τύχη να έχουμε δάσκαλο στα τεχνικά τον αείμνηστο Γιώργο Παραλή, από την πρώτη κιόλας τάξη. Έμαθα πάρα πολλά από εκείνον, η ώρα που είχαμε μαζί του στο Art Room, πίσω από το Macedonia, με τα μεγάλα τραπέζια σε διάταξη Π, ήταν πραγματική όαση, μας έδειχνε ακόμη και γλυπτική, ή ζωγραφική σε πιάτο, ή σχεδιασμό κεφαλογράμματος για ποιήματα. Υπήρχε λοιπόν ο σπόρος προς αυτή την κατεύθυνση μέσα μου.
Το πραγματικό "κλικ" όμως έγινε αργότερα, ίσως κάπως όψιμα. Στην τράπεζα είχαμε ως ελεγκτή γιατρό τον Πάνο Παπανάκο. Κάποια εποχή που αρρώστησα και έμεινα παρατεταμένα στο σπίτι, με επισκέφθηκε για έλεγχο. Είχα κάνει, για να περνάει η ώρα, μια σειρά από κολλάζ και το μάτι του σκάλωσε πάνω τους, μου λέει «έχεις καλή αίσθηση του χρώματος, πρέπει να ζωγραφίζεις με τέμπερα». Αμέσως μετά έκανα τα πρώτα μου έργα, που μάλιστα ήταν πουαντιγιστικά. Του τα έδειξα και με προώθησε στον Ντίνο Χριστιανόπουλο που, αρχικά ψυχρός και δυσάρεστος, τα 'βαλε στην μπάντα, να περιμένουν να τα δούν οι καλλιτεχνικοί του σύμβουλοι, Κάρολος Τσίζεκ και Στέλιος Μαυρομάτης. Μου τηλεφώνησε πολύ αργότερα, για να μου ανακοινώσει πως ένα από αυτά θα το εξέθετε. Ο ενθουσιασμός του Πεντζίκη, που στον πουαντιγισμό μου "είδε" μιμητή ή διάδοχο, και η ενθάρρυνση του Παπανάκου, που επίσης είδε διάδοχο, κυρίως λόγω ύφους και θεματολογίας ―ως επί το πλείστον Θεσσαλονίκη―, με έβαλαν στην τροχιά της ζωγραφικής, μαζί βέβαια με την επανειλημμένη φιλοξενία στη «Διαγώνιο».

Τα γραφτά μου όμως ήρθαν αργότερα, δεν πρόλαβαν να βρουν τη θέση τους στο περιοδικό Διαγώνιος, που εν τω μεταξύ είχε κλείσει. Πήραν πάντως την "ευλογία" του Χριστιανόπουλου στην κηδεία του Παπανάκου και βγήκαν από τον «Ιανό» το 2000­. Αρκετές ακόμη αναμνήσεις για την εποχή και την περιοχή θα βρεις στον Λάκκο, με εξώφυλλο μια ζωγραφιά μου, που τον δείχνει να καταλήγει στο θολωτό γεφυράκι της πάνω μεριάς.



Όπως έχει δημοσιευτεί στην τριμηνιαία πολιτιστική επιθεώρηση ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ (τεύχος 40 Ιούνιος -Αύγουστος 2012), που εκδίδει η Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος | www.peebe.gr

Δευτέρα, Ιουνίου 18, 2012

Action Aid Hellas

  Φίλοι του ιστολογίου, σας παρακαλώ παρά την οικονομική κρίση που βιώνουμε, για να μην σταματήσει τίποτα από όλη αυτήν την ευγενική προσπάθεια, για να μην μείνουν στο έλεος του θεού όλα αυτά τα παιδιά, όλοι αυτοί οι άνθρωποι και οι κοινότητες που υποστηρίζονται ελάτε να βοηθήσετε με κάθε μέσο. Ο στόχος όλων μας πρέπει να είναι για τον επόμενο χρόνο ο καθένας μας να φέρει έναν ανάδοχο. 
   Οι Έλληνες ξέρουμε να παλεύουμε και να βοηθάμε τον συνάνθρωπο, ακόμα και όταν καίγεται το σπίτι μας.





Πρόγραμμα Αναδοχής Παιδιού


Γίνετε Ανάδοχος Παιδιού σήμερα... και αλλάξτε τη ζωή του για πάντα. 

Η απόφασή σας να γίνετε Ανάδοχος μπορεί να είναι καθοριστική για τη ζωή ενός παιδιού σε μια φτωχή χώρα στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Αναδοχή Παιδιού δε σημαίνει υιοθεσία. Σημαίνει υποστήριξη ενός παιδιού, της οικογένειάς του και όλων των ανθρώπων της περιοχής που ζει, ώστε να επιτευχθούν μόνιμες βελτιώσεις στην ποιότητα της ζωής τους. Έτσι, δίνετε στους ανθρώπους των αναπτυσσόμενων χωρών βάσιμη ελπίδα να ονειρεύονται ένα καλύτερο αύριο. Με τη συστηματική εισφορά σας βοηθάτε τους κατοίκους των κοινοτήτων να αξιοποιήσουν τις δικές τους ικανότητες και να βελτιώσουν τη ζωή τους, στηριζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις. Πολύ περισσότερο όμως, τους βοηθάτε να αποκτήσουν αξιοπρέπεια και ελπίδα.


Με την Αναδοχή Παιδιού δημιουργείτε μια προσωπική σχέση με το παιδί που στηρίζετε.

Έτσι, όταν γίνετε Ανάδοχος λαμβάνετε έναν προσωπικό φάκελο πληροφοριών που περιλαμβάνει:

Μία φωτογραφία του παιδιού και πληροφορίες για την ζωή του: την ηλικία του, τον τρόπο ζωής του, το σπίτι του, τα προβλήματά του
Πληροφορίες για την κοινότητα και τη χώρα όπου ζει το παιδί.
Ενημέρωση για τη λειτουργία του προγράμματος Αναδοχής
Στη συνέχεια, κάθε 6 μήνες λαμβάνετε ένα προσωπικό μήνυμα ή ζωγραφιά του παιδιού καθώς και ενημέρωση για την εξέλιξη των έργων στην κοινότητά του.


Μέσω της σχέσης Αναδοχής σας δίνεται η ευκαιρία:

• Να συνδεθείτε άμεσα με ένα παιδί και να έχετε συνεχή ενημέρωση για την πρόοδο και την εξέλιξη των έργων στην κοινότητά του.
• Να επισκεφτείτε το παιδί στη χώρα που ζει και να δείτε από κοντά τα έργα που πραγματοποιούνται.
• Να ανοίξετε ένα «παράθυρο στον κόσμο» και να έρθετε σε επαφή με τον τρόπο ζωής των ανθρώπων στις αναπτυσσόμενες χώρες, μαθαίνοντας τις προκλήσεις τις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν. Μπορείτε να μοιραστείτε μαζί τους τις καθημερινές τους νίκες, γνωρίζοντας ότι και εσείς έχετε συμβάλλει ουσιαστικά σε αυτές.

Πώς μπορώ να γίνω Ανάδοχος Παιδιού;

Η μοναδική σας υποχρέωση στο πρόγραμμα Αναδοχής είναι η μηνιαία οικονομική εισφορά που ανέρχεται στο ποσό των 22€ το μήνα ή αλλιώς 0.72€ την ημέρα, λιγότερο δηλαδή από όσο στοιχίζει ένα εισιτήριο λεωφορείου. Μια εισφορά που δεν στερεί τίποτα από την ποιότητα της δικής σας ζωής, σημαίνει όμως πάρα πολλά για τις ζωές των κατοίκων αυτών των περιοχών.

Αρκεί να σκεφτείτε ότι 10€ αρκούν προκειμένου να αγοραστούν βιβλία για ένα ολόκληρο σχολείο στην Αιθιοπία. Είναι την ίδια στιγμή σκόπιμο να γίνει σαφές ότι κανένα από τα παιδιά αυτά δεν λαμβάνει τα χρήματα προσωπικά. Τα ποσά συγκεντρώνονται και διατίθενται προς όφελος ολόκληρης της κοινότητας που ζει το παιδί, με σκοπό την βελτίωση των συνθηκών της ζωής όλων των κατοίκων μέσω των αναπτυξιακών προγραμμάτων που εφαρμόζονται στην περιοχή.

http://www.actionaid.gr/?pname=FosterForm

Τόλης Νικηφόρου "Μια κιμωλία στο μαυροπίνακα"


Τόλης Νικηφόρου "Μια κιμωλία στο μαυροπίνακα", εκδόσεις Μανδραγόρας

ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΘΑΥΜΑ

... νυχτώνει και θα ξημερώσει
στην πινακίδα απέναντι
του τέταρτου αστυνομικού που στάζει
στα παραπήγματα λίγο πιο πάνω
στα σκυθρωπά της μέγαρα τριγύρω
στα μάτια που περίμεναν και περιμένουν

...θα αποκαλυφθούν τα αγάλματα
θα φωτιστεί εκθαμβωτικά
θα εξωραϊστεί η πλατεία
θα μεγαλώσει το παιδί
θα ξαναρχίσει ο κύκλος και θα κλείσει

και θα 'ναι ίδια εκείνη η Κυριακή
κι απέραντη στην ερημιά της η πλατεία
(Κυριακή στην Πλατεία Δικαστηρίων)



Τρίτη ποιητική συλλογή που κυκλοφορεί από τον Μανδραγόρα και δέκατη έκτη στη σειρά με πρώτη την ποιητική ενότητα "Οι άταφοι", (Θεσσαλονίκη 1966) του Τόλη Νικηφόρου, που κατέχει ξεχωριστή θέση στα ελληνικά γράμματα.
Ανάμεσα στο μπλε βαθύ και το κόκκινο της φωτιάς, την απόσταση δηλαδή ουρανού και έρωτα, η ποίηση απαρηγόρητη καιροφυλακτεί να μιλήσει για την τελεσίδικη θλίψη του φωτός που εξακολουθεί να ζει στο έλεος των θαυμάτων. Όπως κι ο ποιητής άλλωστε. 
Τα επίθετα ανέκφραστο, ακαθόριστο, αδέσποτο, άδειο, κενό, κυριαρχούν στις σελίδες του βιβλίου που κινείται μεταξύ αγνωστικισμού, όχι τόσο για τη θεϊκή όσο για τη φυσική υπόσταση των πραγμάτων και μεταφυσικής: κανείς δεν ξέρει/ ποιον άλλο κόσμο θα συνθέσουν/ κανείς δεν τις αναγνωρίζει/ καθώς στη νέα τους διάσταση/ χαμογελούν/ αδιόρατα, ανεπαίσθητα/ αινιγματικά (σελ. 14). 
Μουσική, χρώματα, ψίθυροι, ρήματα όπως ξεθωριάζω/αργοσβήνω ουσιαστικά σκοτάδι (πυκνό) και τοίχοι (γκρεμισμένοι), συνθέτουν το κάδρο της ποιητικής ύλης του Νικηφόρου, όπου ενώ φαίνεται πως τα πάντα παραμένουν αναπάντητα, βρίσκονται δηλαδή σε μια μετέωρη στάση-κίνηση και διαλέγονται με το χθες: στο φως που επιμένει απελπισμένα/ νιώθω να αποδέχεται το τέλος/ νιώθω να παραδίδεται η ψυχή μου/ στα αναπάντητα ερωτήματα/ με προσδοκία δειλή ότι θα συναντήσω/ εκείνους που έφυγαν πριν από μένα/ να παραδίδεται στο χάος/ στο άγνωστο ατέλειωτο ταξίδι, εντούτοις δεν παύουν να ατενίζουν την έστω αβέβαιη επόμενη μέρα, με αισιοδοξία. 
Μια διαρκής εναντίωση/μάχη που από τη μια τον βυθίζει "ανυπεράσπιστο στο μέγα δέος", και από την άλλη τον υποχρεώνει υπαρξιακά να εμπιστευθεί τη διαρκή ροή της ανθρώπινης πορείας. Δεν επιλέγεται άλλωστε τυχαία η γνωστή φράση του Ηράκλειτου "Ποταμώ..." ως προμετωπίδα της συλλογής.
Στο τέλος πάντα της διαδρομής κυριαρχεί το αισιόδοξο φως και ο μεθυστικά ωραίος ουρανός να συντροφεύει την αδιάκοπη (και γι' αυτό επώδυνη) πορεία του ανθρώπου.

Κώστας Κρεμμύδας, εκδόσεις Μανδραγόρας



http://www.facebook.com/photo.php?fbid=417137778330612&set=a.283924074985317.71225.100001031810822&type=1&theater

Δευτέρα, Ιουνίου 11, 2012

Ακόμα και ένα 12χρονο κοριτσάκι ξέρει την αλήθεια


"Εφυγε" η αγαπημένη συγγραφέας Ζωρζ Σαρή

 Εφυγε  η αγαπημένη συγγραφέας Ζωρζ Σαρή


Στα 87 της έφυγε από τη ζωή η αγαπημένη συγγραφέας που με τα «Στενά Παπούτσια» και την «Νινέτ» συγκίνησε εκατομμύρια Ελληνόπουλα και ενήλικες, εισάγοντας πολιτικά και ιστορικά θέματα-ταμπού στα νεανικά βιβλία.

Ποια ήταν η Ζωρζ Σαρή

Η Ζώρζ Σαρή γεννήθηκε το 1925 στην Αθήνα από Μικρασιάτη πατέρα και Γαλλίδα μητέρα. Άρχισε από πολύ μικρή να ασχολείται με το θέατρο, με δάσκαλο το Βασίλη Ρώτα.
Μεγαλύτερη, στα χρόνια της Κατοχής, φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Ροντήρη. Στη διάρκεια του πολέμου η Ζωρζ Σαρή συμμετείχε στην Αντίσταση και στην ΕΠΟΝ. Το '47 αναγκάστηκε να φύγει εξόριστη στο Παρίσι, αλλά συνέχισε τις σπουδές της στη σχολή του Σαρλ Νιτλέν.
Στο Παρίσι γνώρισε και παντρεύτηκε τον Αιγυπτιώτη χειρούργο Μάρκελλο Καρακώστα, από τον οποίο απέκτησε δυό παιδιά. Το 1962 επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να εμφανίζεται στο θέατρο και τον κινηματογράφο μέχρι το 1967, ώσπου, με την κήρυξη της χούντας έμεινε άνεργη και στράφηκε στο γράψιμο.
Πρωτοεμφανίστηκε ως συγγραφέας το 1969 με το «Θησαυρό της Βαγίας», που έγινε μεγάλη επιτυχία και αργότερα μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση. Συνέχισε γράφοντας πολλά βιβλία κυρίως για μικρά παιδιά και νέους, όπως επίσης και θεατρικά έργα. Η θεματολογία της αρκετές φορές περιστρέφεται γύρω από σημαντικές στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας
Μαζί με την Αλκη Ζέη καθιέρωσαν νέο στυλ στο νεανικό μυθιστόρημα.
Το 1994 βραβεύτηκε με το Βραβείο παιδικού λογοτεχνικού βιβλίου για το μυθιστόρημα «Νινέτ»|. Το 1995 και το 1999 βραβεύτηκε από τον Κύκλο Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου.
Το 1988 προτάθηκε για το βραβείο Χανς Κρίστιαν Αντερσεν. Ως ηθοποιός έχει βραβευτεί το 1960 με το βραβείο Β' Γυναικείου ρόλου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.


Κυριακή, Ιουνίου 03, 2012

Kidney Paired Donation


Ελλάδα και ΗΠΑ πρωτοπορούν με την πρώτη διηπειρωτική μεταμόσχευση νεφρού
























Ουάσινγκτον

Την πρώτη διηπειρωτική διασταυρούμενη μεταμόσχευση νεφρού σε παγκόσμιο επίπεδο και με την ονομασία «Kidney Paired Donation-KPD», ανακοίνωσε ο πρεσβευτής της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον, τονίζοντας ότι η συνεργασία Ελλάδας-ΗΠΑ σε αυτό τον τομέα αποτελεί «ιστορικό ιατρικό γεγονός σε παγκόσμιο επίπεδο».

Στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην πρεσβεία, ο κ. Κασκαρέλης ανέφερε ότι «η κοινή αυτή προσπάθεια επιβεβαιώνει τη μεγάλη διαφορά που μπορεί να κάνει ένα άτομο. Με τον κόσμο γύρω μας να αντιμετωπίζει οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις, οι οποίες μερικές φορές φαίνονται ανυπέρβλητες, τέτοιες πράξεις επιβεβαιώνουν την πίστη μας στην ανθρωπότητα και μας κάνουν να αισιοδοξούμε για το κοινό μας μέλλον. Ελπίζω αυτή να ήταν η πρώτη από πολλές τέτοιες μεταμοσχεύσεις σε ολόκληρο τον κόσμο».

Από αμερικανικής πλευράς, ο βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών, πρέσβης Έρικ Ρούμπιν, δήλωσε ότι «το γεγονός αυτό αποτελεί απόδειξη της στενής σχέσης των λαών ΗΠΑ και Ελλάδας».

Ο κ. Ρούμπιν εξέφρασε τη συγκίνησή του, επισημαίνοντας ότι ο πεθερός του, Δρ Ρίτσαρντ Σάιμονς, υπήρξε πρωτοπόρος ιατρός στον τομέα μεταμόσχευσης νεφρού τη δεκαετία του 1970, ενώ η πεθερά του, Δρ Ρομπέρτα Σάιμονς, δημοσίευσε την πρώτη μελέτη για την κοινωνική διάσταση της αλτρουιστικής δωρεάς νεφρών από ζώντες δότες.

Η διαδικασία της διασταυρούμενης μεταμόσχευσης πραγματοποιείται όταν δωρητής, που είναι ασύμβατος με συγκεκριμένο λήπτη, υπόσχεται να δωρίσει το νεφρό του σε κάποιο άγνωστο άτομο, ώστε να μπορέσει ο αποδέκτης να αποκτήσει συμβατό νεφρό προς μεταμόσχευση από κάποιο άλλο άγνωστο άτομο.

Πρόκειται για διαδικασία που μπορεί να σώσει χιλιάδες νεφροπαθείς σ' όλο τον κόσμο, οι οποίοι περιμένουν σε μακρές λίστες αναμονής για πολλά χρόνια, μέχρι να βρεθεί ο συμβατός δότης.

Η συνεργασία της Ελλάδας με τις Ηνωμένες Πολιτείες στον συγκεκριμένο τομέα ξεκίνησε με την ιστορία της 31χρονης Αμερικανίδας Ελίζαμπεθ Γκαίη από την Οκλαχόμα, η οποία δώρισε το νεφρό της από αλτρουισμό σε έναν Έλληνα από την Αθήνα, τον Μιχάλη Χέλμη, τον Δεκέμβριο του 2011.

Στη συνέχεια, η γυναίκα του Μιχάλη, Ντόρα Παπαϊωάννου-Χέλμη, υποσχέθηκε να μεταβεί στην Αμερική για να δωρίσει το δικό της νεφρό, τηρώντας στο ακέραιο την υπόσχεσή της.

Έτσι ξεκίνησαν αλυσιδωτές μεταμοσχεύσεις, σώζοντας μέχρι τώρα πέντε ζωές, ενώ έχουν προγραμματιστεί άλλες δύο μεταμοσχεύσεις.

Η διαδικασία αυτή δεν είναι μεν άγνωστη στην Αμερική, αλλά για πρώτη φορά λαμβάνει παγκόσμια διάσταση, πράγμα που δημιουργεί τεράστιες προοπτικές για διεθνή συνεργασία, βασισμένες στην εμπιστοσύνη και την αλληλεγγύη των ανθρώπων με τρόπο καθ' όλα θεμιτό, νόμιμο, διάφανο και αποτελεσματικό, χωρίς να υπεισέρχονται άλλα κριτήρια, σώζοντας πάρα πολλές ζωές.

Πρωταγωνιστικό ρόλο στην όλη ιστορία διαδραμάτισαν η ελληνική κυβέρνηση, ο δικηγόρος του ζεύγους Χέλμη, Βασίλης Αθανασίου, ο διευθυντής του Νεφρολογικού Τμήματος του Λαϊκού Νοσοκομείου, Ιωάννης Μπολέτης, ο νεφρολόγος θεράπων ιατρός του Μιχάλη, δρ. Δημήτρης Μουτζούρης και οι συνεργάτες του, σε στενή επαφή και συνεργασία με την αμερικανική μη κερδοσκοπική οργάνωση «Συμμαχία για Διασταυρούμενες Μεταμοσχεύσεις» (Alliance for Paired Donation).

Την εκδήλωση κάλυψαν μεγάλα αμερικανικά ΜΜΕ, όπως το CNN, το Hearst Television και το FOX.

Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΦΙΛΟΙ ΑΠΟ ΟΛΗ ΤΗΝ ΓΗ