Η κόκκινη μπάλα των Χριστουγέννων
Μοίρασαν μεταξύ τους έπιπλα,
συσκευές, κουβέρτες, κάθε μεγάλο ή μικρό αντικείμενο που είχαν αγοράσει στα
λίγα χρόνια της συγκατοίκησης τους. Στο τέλος έμειναν μόνο κάτι αδιάφορα
αξεσουάρ για το σπίτι και το χριστουγεννιάτικο δέντρο με τα στολίδια του.
- Κράτησε τα εσύ, της πρότεινε ο Γιώργος.
- Όχι, του απάντησε η Έλενα, ότι δεν έχω απόλυτη ανάγκη δεν
το θέλω, δεν θέλω να θυμάμαι τίποτα από εμάς τους δυο.
- Ρίξτα στην ανακύκλωση τότε, ανταπάντησε αδιάφορος...
Τελευταία, έφυγε η Έλενα. Τέλος Νοέμβρη ήταν,
το διαμέρισμα της οδού Χρυσοστόμου στον Εύοσμο, έπρεπε να παραδοθεί στον
ιδιοκτήτη του άμεσα. Οι νέοι ενοικιαστές, περίμεναν σχεδόν με τα πράγματα τους
έξω από την πόρτα για να μπουν, να τακτοποιηθούν για τις γιορτές. Ανυπομονούσαν
να περάσουν τις γιορτινές ημέρες στον νέο τους σπιτικό. Σε αντίθεση, ότι
απέμεινε στην Έλενα από την οικοσκευή, κατέληξε στην αποθήκη του πατρικού της, στην
Χαριλάου. Προσωρινά θα διέμενε με τους γονείς της, μέχρι να βρει και πάλι τα
πατήματα της.
Σε κάποια σπίτια
είχαν στολίσει ήδη! Για αυτήν όμως τούτες οι γιορτές δεν θα ερχόταν ποτέ, δεν
το ήθελε εξάλλου, είχε κλειδώσει την ψυχή της. Και για ποιο λόγο να ερχόταν οι
γιορτές; Δεν θα είχαν καμιά σημασία για εκείνη, καμία γεύση, καμία μυρωδιά,
καμία αγκαλιά, καμία θύμηση δεν ήθελε να τρυπώσει στο μυαλό της·
τουλάχιστον αυτό ήλπιζε.
Είχε πληγωθεί βαθιά
από τον Γιώργο, τον αγαπούσε πολύ κάποτε, τώρα τον μισούσε. Και αυτή πόσο ανόητη
στάθηκε, πόσο κλειστά κρατούσε τα μάτια της. Πριν λίγο καιρό, ανακάλυψε μόνη της,
την αλήθεια. Δεν ήταν μόνο μια απιστία, της αποκάλυψε ο Γιώργος, ταίριαζε με
την Βάλια πολύ, πολύ περισσότερο, από όσο μαζί της. Δεν θα το κράταγε μυστικό· της
είχε εξομολογηθεί, θα της το έλεγε σύντομα, αφού δεν μπορούσε να ζει πια μαζί
της. Ήθελε να αλλάξει σελίδα, να προχωρήσει στην ζωή με εκείνη…
Καθώς έφευγε δακρυσμένη, έδωσε μια απότομη ώθηση και η μεγάλη σακούλα με
το χιονισμένο δέντρο και τα χριστουγεννιάτικα, βρέθηκαν μέσα στο μπλε κάδο. Το
καπάκι έκλεισε και το απόλυτο σκοτάδι σκέπασε τα στολίδια…
***
Ώρες
μετά είχε νυχτώσει, ένας ρακοσυλλέκτης με το καροτσάκι και την σφηνωμένη
χαρτόκουτα του γεμάτη με τους “θησαυρούς” των κάδων, άνοιξε το καπάκι και
χώθηκε μέχρι την μέση του να σκαλίσει τον σωρό. Αμέσως το φως του φακού του, έπεσε
πάνω στις πολύχρωμες μπάλες, τα λαμπιόνια και το δέντρο. Φώτισε το πρόσωπο του.
Τα μικρά στο σπίτι, ήθελαν ένα στολισμένο δέντρο και αυτός έλπιζε ότι θα βρει διάφορα
στολίδια στους κάδους. Αυτό όμως φάνταζε πιο πιθανό μετά τις γιορτές, όταν
ξεστόλιζαν τα σπίτια και τότε ξεφορτώνονταν πολλά στα σκουπίδια τους.
Καθώς τράβηξε την χριστουγεννιάτικη σακούλα
δεν είδε την κόκκινη μπάλα με τον χρυσαφί φιόγκο που γλίστρησε και έπεσε μαλακά
στο χορτάρι πίσω από την ανακύκλωση. Χαρούμενος κρέμασε την σακούλα στο πλάι του
καροτσιού και συνέχισε την μεγάλη πορεία του προς στους κάδους, μέχρι το κέντρο
της πόλης.
***
Το μεσημεράκι της επόμενης ημέρας, το λευκό
αυτοκίνητο έφτασε στο σημείο της επαγγελματικής επίσκεψης και ο οδηγός του το
πάρκαρε στον άνετο χώρο. Χρυσοστόμου Σμύρνης 2, ήταν η διεύθυνση που έψαχνε. Ο γεωεντοπισμός
από το κινητό του έδειχνε ότι βρισκόταν στο σωστό σημείο, όμως όσο και να κοίταξε
προσεκτικά ξανά και ξανά, δεν μπορούσε να εντοπίσει το κατάστημα που ήθελε να
επισκεφτεί. Περίεργο σκέφτηκε ο νέος άντρας· ο Άρης, κάτι δε πάει καλά εδώ.
Γύρισε και πάλι στο πλάι για να δει μήπως του ξέφυγε κάτι και τότε είδε την
κόκκινη μπάλα με τον χρυσαφί φιόγκο στο χορτάρι. Πως βρέθηκε εδώ τέτοια εποχή;
Συνήθως έβλεπε πεταμένα δέντρα και Χριστουγεννιάτικα στολίδια μετά την
πρωτοχρονιά ή των Φώτων· πράγμα που το στεναχωρούσε πολύ. Θα έπεσε από κάποιο
μπαλκόνι υπέθεσε, μα όχι υπάρχει κάδος εδώ, μάλλον κάποιος την ξεφορτώθηκε
ξανασκέφτηκε.
Έσκυψε και την
έβαλε προσεκτικά στην χούφτα του, καθώς ηχούσε το sugar plum στο
κινητό του.
- Αααα, Χρυσοστόμου Σμύρνης 2 στην Μενεμένη… κι εγώ ήρθα
στον Εύοσμο. Ωραία σε δέκα λεπτά θα είμαι εκεί. Έκλεισε το τηλέφωνο και καθώς
περπατούσε για το αυτοκίνητο, κοίταξε την χούφτα του όπου κρατούσε την μικρή
κόκκινη μπάλα με τον μεγάλο χρυσαφένιο φιόγκο. Τι περίεργο, σκέφτηκε,
- Μου φαίνεται για να σε βρω και να σε σώσω έγινε όλο αυτό
το μπέρδεμα με την διεύθυνση, μονολόγησε και άναψε την μηχανή.
***
Μέρες μετά, είχαν φτάσει οι παραμονές των
Χριστουγέννων. Σε ένα ανήλιο στενό, κάτω
από την οδό Ολύμπου, όπου λειτουργούσε πριν χρόνια ένα μικρό συνεργείο οικιακών
συσκευών, τώρα χρησίμευε και για σπίτι. Ήταν
στην ουσία αποθήκη των ρεταλιών ή όποιου άλλου σκεπάσματος, χαλιού ή ρούχου έβρισκε
στα σκουπίδια μια οικογένεια Βούλγαρων Ρομά. Πριν λίγους μήνες είχαν έρθει στην
Θεσσαλονίκη και έπιασαν αμέσως δουλειά. Ένας ηλικιωμένος άντρας, ένας δικηγόρος,
στρυφνός και αγέλαστος· είχε αποκτήσει δεκάδες καταστήματα και διαμερίσματα από
πλειστηριασμούς στο κέντρο, τους νοίκιασε τον χώρο για 150 € κάθε μήνα.
Επειδή τα τζάμια
ήταν σπασμένα σε διάφορα σημεία, είχαν κρεμάσει από μέσα, κάτι λερές, μπλε και
κόκκινες κουβέρτες· γεμάτες με χιονιονιφάδες και κίτρινα αστέρια, που είχαν
θαμπώσει μέσα στους σκουπιδοτενεκές. Στον μικρό χώρο έκανε παγωνιά, όμοια με
έξω. Δεν είχε ρεύμα, παρά μόνο δυο φανοί θυέλλης, που αφήναν ένα λυμφατικό φως να
πέφτει στους ωχρούς τοίχους. Ο άντρας, η γυναίκα και τα δυο μικρά παιδιά τους,
καθόταν πάνω σε σωρούς από υφάσματα, κουβέρτες, χαλιά, παπλώματα και ότι άλλο
είχαν στοιβάξει μέσα στον χώρο. Μετά τα Χριστούγεννα θα ερχόταν το φορτηγό από
την Βουλγαρία, ώστε να τα φορτώσουν όλα και να πληρωθούν. Στην μέση όμως αυτού του φτωχικού χώρου ήταν
τοποθετημένο το πιο όμορφο δώρο για τα παιδιά, το χριστουγεννιάτικο δέντρο που
είχε βρει ο πατέρας τους, στην οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης. Αργά την νύχτα κάτω από
το δέντρο θα τοποθετούσαν, λίγα γλυκά και κάποια παιχνίδια των κάδων για τα
Χριστούγεννα. Ο Άγιος Βασίλης θα καταδεχόταν και τούτο το άθλιο σπιτάκι, όπου
μεγάλωναν δυο παιδιά χωρίς πραγματική παιδική ηλικία, που δεν ήξεραν να
διαβάζουν, ούτε να του γράφουν γράμματα, που δεν ζητούσαν ακριβά δώρα και ήταν
ευχαριστημένα με ότι τους έφερνε σε τούτο το μέρος, που έμοιαζε στα μάτια τους τόσο
ζεστό με το πανέμορφο δέντρο. Κι έτσι ευχαριστημένα, τα ματάκια τους έλαμπαν
πιο πολύ από τα πολύχρωμα λαμπιόνια των πλουσιόσπιτων.
***
Έπρεπε να βγει έξω,
να ξεχαστεί. Φτάνει η απομόνωση, ένα μήνα θύμωσε, έκλαψε, βυθίστηκε στην θλίψη,
η καρδιά της δεν άντεχε άλλο στο σπίτι, να την βλέπουν έτσι χάλια οι γονείς της.
Είχε παραιτηθεί κι από την εταιρεία·
δούλευαν εκεί όλοι τους. Δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να βλέπει τον Γιώργο να
τσιλιμπουρδίζει με την Βάλια, να της χτυπούν την ευτυχία τους, στα μούτρα της.
Η λύτρωση ήρθε από
εκεί που δεν το περίμενε. Όχι ότι δεν ήθελε, αλλά δεν είχε τύχει ποτέ να είναι
μέρος, στην διοργάνωση μιας φιλανθρωπικής εκδήλωσης. Ένα εργαστήρι εικαστικών
δημιουργιών που με το έργο καλλιτεχνών, βοηθούσε οικογένειες παιδιών που
έπασχαν από νεοπλασματικές ασθένειες, είχε διοργανώσει ένα τριήμερο χριστουγεννιάτικο
μπαζάρ σε μεγάλο εμπορικό κέντρο της πόλης. Η Σοφία που την γνώριζε χρόνια και
φυσικά γνώριζε και για τον χωρισμό της, της το πρότεινε λίγες ημέρες πριν τις
γιορτές.
“Βάλια να πας, θα
ξεχαστείς και θα βοηθήσεις, ψάχνουν εθελόντριες για τις πωλήσεις των ειδών”. Δεν
το σκέφτηκε καθόλου, ήταν τόσο καλός ο σκοπός και αυτή τόσο πιεσμένη και
στεναχωρημένη που αποδέχτηκε αμέσως να συμμετάσχει. Και ως εκ θαύματος στόλισε
η ίδια και το χριστουγεννιάτικο δέντρο στο περίπτερο του συλλόγου.
Η πρώτη μέρα, ένα
γεμάτο 12ώρο πέρασε δίχως να το καταλάβει. Την δεύτερη μέρα, είχε πάλι πολύ
κίνηση και μαζί με ακόμη μια εθελόντρια δεν προλάβαιναν να εξυπηρετήσουν τις
οικογένειες, τα ζευγάρια αλλά και κάποιους μεμονωμένους ανθρώπους που περνούσαν,
ώστε να αγοράσουν κάποιο δώρο και να βοηθήσουν τον σύλλογο. Οι πωλήσεις είχαν
ξεπεράσει κάθε προσδοκία και σίγουρα για την Κυριακή θα έπρεπε να τους φέρουν
και άλλα χριστουγεννιάτικα, γούρια, αρωματικά κεριά, πίνακες και τόσα άλλα είδη
για τον πάγκο. Αργά το απόγευμα όταν ήρθε εκείνος, να φέρει ότι ζήτησαν από την
αποθήκη του συλλόγου, τα βλέμματα τους συναντήθηκαν. Ο Άρης σαν πωλητής ήταν
πολύ επικοινωνιακός και της έπιασε αμέσως συζήτηση, εξάλλου και ο ίδιος ήταν
εθελοντής στο εργαστήρι και είχε μεγάλη φιλία με πολλά μέλη. Συζητώντας για τις
πωλήσεις και το ποσό που θα μαζευόταν για τις οικογένειες, έσπασε κι ο πάγος
από την πλευρά της Έλενας. Ήταν πολύ ευχάριστος τύπος και πολύ γλυκός εμφανισιακά·
σαν τον χαρακτήρα του. “Λοιπόν αύριο θα έρθω και εγώ να βοηθήσω όπως το
υποσχέθηκα και μόλις σκέφτηκα κάτι, μια έκπληξη…” είπε πριν φύγει.
***
Καθώς χαλάρωνε στο
σαλόνι του πατρικού της, μετά την κουραστική αλλά πολύ όμορφη μέρα, η Έλενα
σκεφτόταν πως αύριο περίμεναν πολύ κόσμο. Ευχόταν πολύ χαρούμενη, αυτό να
εκφραζόταν πάλι σε υψηλές πωλήσεις και να μαζεύονταν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο
ποσό για να βοηθηθούν οι δράσεις του συλλόγου. Πόσο χαιρόταν που η Σοφία της
είχε προτείνει κάτι τέτοιο. Όμως κι ο Άρης, τι γλυκός άνθρωπος, τι ευχάριστη
έκπληξη η γνωριμία τους. Δοτικός άνθρωπος, όχι σαν τον Γιώργο που κοιτούσε μόνο
το προσωπικό του συμφέρον και την επαγγελματική ανέλιξη του. Δεν την έπιανε
ύπνος με όλα αυτά, και το άλλο, τι έκπληξη να εννοούσε ο Άρης; Όσο και να μην
το περίμενε, τα φετινά Χριστούγεννα είχαν αποκτήσει και μυρωδιά και γεύση
ευχάριστη!!!!
Στην ζωή κάποια
γεγονότα είναι τόσο προκλητικά τυχαία, όσο σαν να τα σχεδίαζε κάποιος. Εκείνο
λοιπόν το κυριακάτικο πρωινό μια ανάσα πριν τα Χριστούγεννα, η Έλενα δεν θα το
ξεχνούσε ποτέ. Ο Άρης καθώς έφτασε στο περίπτερο έβγαλε από ένα χάρτινο
τσαντάκι μια κόκκινη μπάλα και της είπε χαμογελώντας, “Νομίζω ότι όλο το
μπέρδεμα δημιουργήθηκε για να βρω και να σώσω τα Χριστούγεννα”.
Ακόμη και αν δεν
της εξηγούσε το λάθος με την διεύθυνση και την κόκκινη μπάλα που βρήκε πλάι
στον κάδο της οδού Χρυσοστόμου, εκείνη θα την αναγνώριζε, γιατί με τα χέρια της
είχε φτιάξει τον φιόγκο της χριστουγεννιάτικης μπάλας, από την σπάνια χρυσαφιά
δαντέλα που είχε αγοράσει πριν χρόνια από ένα παλιακό μαγαζί με κλωστικά είδη. Δεν
πίστευε στα μάτια της, κοιτούσε σαν να έβλεπε το πιο απίστευτο πράγμα στον
κόσμο και ήταν όντως, η ανεύρεση της, το ταξίδι της πάλι πίσω σε εκείνη που την
πέταξε μαζί με όλο τον χριστουγεννιάτικο στολισμό από τον θυμό της. Καθώς την
κρέμασε στο δέντρο και γύρισε χαμογελαστός να κοιτάξει την Έλενα και να της πει
“Τώρα νομίζω θα είναι και πάλι ευτυχισμένη”, εκείνη του είπε “Έγινε για να σε
γνωρίσω…” και τα μάτια της έλαμψαν δακρυσμένα…
Όσοι μπορούν και πιστεύουν, θα πίστευαν την
ιστορία της κόκκινης μπάλας, που καθώς έπεφτε από την σακούλα άκουγε το αστέρι
της κορυφής να της φωνάζει “Μην απελπίζεσαι, να πιστέψεις πως όλα θα πάνε καλά.
Θα βρεις ξανά την ευτυχία, τον προορισμό σου”. Το βράδυ που έμεινε στο χορτάρι
και κοιτούσε τα αστέρια αναρωτιόταν αν ήρθε το τέλος της, αν θα μπορούσε ξανά
να βρεθεί σε ένα δέντρο χριστουγεννιάτικο. Αυτά όμως τα πιστεύουν μόνο όσοι
μπορούν να αισθανθούν την “μαγεία” των Χριστουγέννων, την αληθινή ουσία τους,
την αγάπη…
Κι
όμως, αν και
η μυθοπλασία ήρθε
να πασπαλίσει
με χριστουγεννιάτικη μαγεία
το διήγημα, όλα
πήγαν
καλά και η
κόκκινη μπάλα
που βρέθηκε έξω
από
τον κάδο της
οδού Χρυσοστόμου Σμύρνης, είναι
πέρα
για πέρα
αληθινή και
αυτές τις
γιορτές κοσμεί
το χιονισμένο δέντρο
μας, στα κεντρικά
γραφεία της
Technomat.
Στον
Κώστα, τον Λούη και την Δάφνη και σε όλη την ομάδα της Technomat.
Στην
υπέροχη Χριστίνα Λαζαρίδου την πρόεδρο της ένωσης εικαστικών ΛΑΝΑΣΣΑ υπέρ φορέων
καρκινοπαθών.
Στην
μαγεία των Χριστουγέννων που μπορεί και κάνει μικρά θαύματα κάθε μέρα…
Α. Δ.Ε.
ΒΑΛΜΑΣ
Δεκέμβριος
2024
1 σχόλιο:
Stephi Kondi
Τάσο μου. Διάβασα επί τέλους το διήγημά σου, αφού το πέρασα στον υπολογιστή μου με τη βοήθεια των παιδιών μου, γιατί στο κινητό τα γράμματα είναι πολύ μικρά.
Άξιζε τον κόπο η αναμονή, το απόλαυσα πέρα ως πέρα. Αν και μικρό διήγημα,είχε όλο το σασπένς μιας μεγάλης ιστορίας, περιμένεις εναγωνίως την εξέλιξη της αφήγησης.
Με συγκίνησε βαθιά, όπως όλα σου τα διηγήματα.
Έχεις ένα μοναδικό τρόπο να δημιουργείς χαρακτήρες και καταστάσεις και να ζωγραφίζεις χώρους, αλλά και συναισθήματα.
Περιμένω τα επόμενα διηγήματα σου. Καλή και δημιουργική χρονιά!
Δημοσίευση σχολίου